Σάββατο 22 Φεβρουαρίου 2020

Την υπομονή την δίνει η ελπίδα της πνευματικής άνοιξης…

“Την υπομονή την δίνει η ελπίδα της πνευματικής άνοιξης…”
Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης

Αν θέλεις να αλλάξει ο καιρός, να γίνει γλυκός, να ανθίσεις και να καρπίσεις, να παράγεις καρπούς αρετής, πρέπει να χαίρεσαι και την παγωνιά και τις λιακάδες, γιατί όλα βοηθούν για το καλό.

Τον πνευματικό χειμώνα τον περνάμε με υπομονή και την υπομονή την δίνει η ελπίδα της πνευματικής άνοιξης. Ύστερα, το καλοκαίρι αναγνωρίζουμε το καλό του χειμώνα που γέμισε τις δεξαμενές με νερό και εξαφάνισε με τις παγωνιές όλα τα μικρόβια.

Ο καλός Θεός όλα τα οικονόμησε σοφά για την σωτηρία μας και μας βοηθάει σαν καλός Πατέρας· από μας χρειάζεται μόνο λίγη υπομονή. Κάθε θλίψη να την υπομένετε με χαρά. 

Οι θλίψεις που μας προκαλούν οι άνθρωποι είναι πιο γλυκές από όλα τα σιρόπια, που μας προσφέρουν όσοι μας αγαπούν. Βλέπεις, στους μακαρισμούς ο Χριστός δεν λέει: «μακάριοί εστε, όταν επαινέσωσιν υμάς», αλλά «μακάριοί εστε, όταν ονειδίσωσιν υμάς» , και μάλιστα «ψευδόμενοι». Τότε ζει μέρος της χαράς του Παραδείσου επί της γης, καθώς λέει το Ευαγγέλιο: «Η βασιλεία του Θεού εντός υμών εστιν» .

Μόνον κοντά στον Χριστό βρίσκει κανείς την πραγματική, την γνήσια χαρά, γιατί μόνον ο Χριστός δίνει χαρά και παρηγοριά πραγματική. Όπου Χριστός, εκεί χαρά αληθινή και αγαλλίαση παραδεισένια.

Όσοι πέρασαν πρώτα από την Σταύρωση και αναστήθηκαν πνευματικά, ζουν την πασχαλινή χαρά. «Πάσχα, Κυρίου Πάσχα»!...

Και μετά έρχεται η Πεντηκοστή… 

Και όταν φθάσουν πια στην Πεντηκοστή και δεχθούν την πύρινη γλώσσα, το Άγιο Πνεύμα, τότε όλα τελειώνουν…

Στην πνευματική ζωή συμβαίνει κάτι το παράδοξο: Όταν ο άνθρωπος υπομένει για την αγάπη του Χριστού, ακόμη και μαρτύριο, πλημμυρίζει η καρδιά του από θεία ηδονή. Το ίδιο, και όταν συμμετέχει στο Πάθος του Κυρίου.

Η σταύρωση προηγείται πάντοτε της αναστάσεως και φέρνει νίκη. Ο σταυρός φέρνει δόξα. Ο Χριστός, αφού ανέβηκε πρώτα στον Γολγοθά με τον Σταυρό και αφού σταυρώθηκε, μετά από τον Σταυρό ανέβηκε στον Πατέρα. Και τώρα ο Εσταυρωμένος Χριστός γλυκαίνει τις πίκρες των ανθρώπων και...

...ο σταυρωμένος άνθρωπος μιμείται τον Θεάνθρωπο Ιησού...

“Την υπομονή την δίνει η ελπίδα της πνευματικής άνοιξης…”
Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης

από το βιβλίο του Αγίου Παϊσίου Αγιορείτου 
Πάθη και Αρετές, Λόγοι Ε΄, Ι. Ησυχαστήριον ” Ευαγγελιστής Ιωάννης 
ο Θεολόγος” Σουρωτή, Θεσσαλονίκης.




Είναι καιρός πια να ζήσουμε...


Έχουμε μάθει να ανάβουμε κεριά και να κάνουμε αμβλώσεις...

Να αγιάζουμε τα σπίτια μας και να καταστρέφουμε τις οικογένειές μας...

Να χτίζουμε εκκλησίες και να ζούμε σε πορνεία...

Να φτιάχνουμε εικόνες και να παραμένουμε κουφοί στην ατυχία κάποιου άλλου...

Να πηγαίνουμε στους ναούς και να τυραννάμε το σπίτι μας...

Πόσο καιρό θα συνεχιστεί αυτό;

Υπάρχει διέξοδος;

Υπάρχει...

Είναι καιρός να σταματήσουμε να ζούμε "σύμφωνα με τη συνείδηση".

Πρέπει να αρχίσουμε να ζούμε σύμφωνα με το Ευαγγέλιο....

...γιατί αποδείχθηκε ότι η συνείδησή μας είναι τελείως αδύνατη για να βασιστούμε...


Είναι καιρός πια να ζήσουμε...
~ μακαριστός γέροντας Ιωνάς της Οδησσού

Παρασκευή 14 Φεβρουαρίου 2020

Αμαρτήματα θανάσιμα και συγγνωστά. ~ Δημήτριος Παναγόπουλος

Αμαρτήματα θανάσιμα και συγγνωστά. 
Δημήτριος Παναγόπουλος

Πολλές φορές ακούμε να γίνεται λόγος, τόσο για θανάσιμα, όσο και για συγγνωστά αμαρτήματα, και είναι αλήθεια ότι λίγοι από εμάς γνωρίζουμε να κάνουμε την διάκριση αυτή.

Επειδή, λοιπόν, η διάκριση της αμαρτίας είναι απαραίτητη για κάθε άνθρωπο, θα αναφέρουμε λίγα πράγματα για τα δύο αυτά αμαρτήματα, θανάσιμα και συγγνωστά, για να γνωρίζουμε πού βαδίζουμε. Διότι πολλοί από εμάς υποπίπτουμε σε θανάσιμα αμαρτήματα και λέμε: "Α, δεν είναι τίποτε αυτό!" Και το αντίθετο: Υποπίπτουμε σε συγγνωστά και νομίζουμε ότι έχουμε αμαρτήσει θανάσιμα και απελπιζόμαστε.

α) Για τα θανάσιμα.

Τα θανάσιμα αμαρτήματα, κατά τον Γεννάδιο Σχολάριο, τον Κορέσσιο και των Ιεροσολύμων Χρύσανθο, όπως αναφέρει ο άγιος Νικόδημος, είναι τα προαιρετικά εκείνα αμαρτήματα που προσβάλλουν την μεταξύ ημών και Θεού αγάπη, ή την αγάπη μεταξύ ημών, Θεού και πλησίον, και καθιστούν τους αμαρτάνοντες ενόχους αιωνίου Κολάσεως. Και η μεταξύ ημών και Θεού αγάπη προσβάλλεται, όταν π.χ. θα βλασφημήσουμε Αυτόν, ενώ η μεταξύ ημών, Θεού και πλησίον αγάπη προσβάλλεται, όταν π.χ. θα φονεύσουμε κάποιον.

Τα αμαρτήματα λοιπόν αυτά που λέγονται θανάσιμα είναι τα εξής: 1) η Υπερηφάνεια, 2) η Φιλαργυρία, 3) η Πορνεία, 4) ο Φθόνος, 5) η Γαστριμαργία, 6) ο Θυμός και 7) η Ακηδία (ή Αμέλεια). Από αυτά τα επτά βασικά αμαρτήματα πηγάζουν όλα τ’ άλλα. Το τι δε ακριβώς γεννά το καθένα από αυτά μάς το σημειώνει ο Γαβριήλ Φιλαδελφείας στην Ορθόδοξη Ομολογία του, όπως και ο Νικόλαος Βούλγαρης, που γράφουν τα εξής:

1) Από την Υπερηφάνεια πηγάζουν: κενοδοξία, καύχηση, οίηση, φιλοδοξία, ανυποταξία, καταγέλαση, υπόκριση, πείσμα κ.α.

2) Από τη Φιλαργυρία πηγάζουν: πλεονεξία, ανελεημοσύνη, σκληρότητα της καρδιάς, κλοπή, αρπαγή, ψεύδος, αδικία, δολιότητα, επιορκία, σιμωνία, ιεροσυλία, απιστία, ανειλικρίνεια κ.α.

3) Από την Πορνεία πηγάζουν: μοιχεία, αρσενοκοιτία, κτηνοβασία, αιμομιξία, παιδοφθορία, παρθενοφθορία, συγκυλισμός, αυνανισμός, τύφλωση του νου, αθεοφοβία κ.α.

4) Από τον Φθόνο πηγάζουν: επιβουλή, έχθρα, χαιρεκακία, φιλονεικία, καταλαλιά, απάτη, προδοσία, φόνος, αχαριστία, λύπη για τα καλά του φθονουμένου.

5) Από τη Γαστριμαργία πηγάζουν: λαιμαργία, μέθη, ασωτία, καρηβαρία (πονοκέφαλος), λαγνεία, ακηδία κ.α.

6) Από τον Θυμό πηγάζουν: βλασφημία, μίσος, μνησικακία, φιλονεικία, επιορκία, κατάρα, ύβρη, μάχη, διαπληκτισμός, φόνος κ.α.

7) Από την Ακηδία πηγάζουν: μικροψυχία, λύπη και αγανάκτηση για το καλό που κάνουμε, προφάσεις εν αμαρτίαις, απόγνωση, απιστία και νωθρότητα προς κάθε καλό έργο που ήταν δυνατό να πράξουμε.

Ας σημειωθεί ότι τα επτά αυτά βασικά θανάσιμα αμαρτήματα είναι ως πάθη και έξεις ριζωμένα στην ψυχή, από τα οποία βλαστάνουν όλα τα ανωτέρω. Και ακόμη, ότι άλλα από αυτά είναι μεγαλύτερα και άλλα μικρότερα και άλλα είναι αίτια των άλλων και άλλα αιτιατά. Π.χ. η λαγνεία (η ασέλγεια δηλαδή) και η ακηδία (η αμέλεια ή αδιαφορία) γεννιούνται από την γαστριμαργία. Ο φθόνος, ο θυμός και η φιλαργυρία γεννούν τον φόνο και τη φιλονεικία κ.ο.κ.

Ο Θεοφύλακτος Βουλγαρίας λέει, ότι η ρίζα όλων των αμαρτημάτων, θανασίμων και μη, είναι η φιλαυτία. Αυτή η αμαρτία είναι η αιτία όλων των άλλων κακών. Το αναφέρει δε αυτό, ερμηνεύοντας το του αποστόλου Παύλου, εκεί που λέει: «Έσονται οι άνθρωποι φίλαυτοι, φιλάργυροι» κτλ. (Β’ Τιμ. 3:2-7), διότι και ο απόστολος προέταξε αυτήν την αμαρτία από τις λοιπές.

β) Για τα συγγνωστά.

Συγγνωστά αμαρτήματα λέγονται τα αμαρτήματα εκείνα, τα οποία δεν προσβάλλουν την προς τον Θεό ή τον πλησίον αγάπη, ούτε καθιστούν τον άνθρωπο εχθρό του Θεού και ένοχο αιωνίου Κολάσεως, στα οποία είναι υποκείμενοι και αυτοί οι Άγιοι κατά το ρητό του αγίου Ιακώβου που λέει: «Πολλά γαρ πταίομεν άπαντες» (Ιακ. 3:2), το του αγίου Ιωάννου: «Εάν είπωμεν αμαρτίαν ουκ έχομεν εαυτούς πλανώμεν και η αλήθεια ουκ έστιν εν ημίν» (Α’ Ιω. 1:8), το του δικαίου Δαβίδ: «Μη εισέλθης εις κρίσιν μετά του δούλου σου, ότι ου δικαιωθήσεται ενώπιόν σου πας ζων» (Ψαλ. 142:2), το του Σολομώντος: «Ουκ έστιν άνθρωπος, ος ουχ ήμαρτε» (Γ’ Βασ. 8:46), το του Δανιήλ: «Ημάρτομεν, ηνομήσαμεν» (Δαν. 9:5) και το «Ηυχόμην και εξωμολογούμην τας αμαρτίας μου και τας αμαρτίας του λαού μου Κυρίω τω Θεώ μου» του ίδιου (Δαν. 9:20).

Έτσι αναφέρει και η εν Καρθαγένη Σύνοδος στους κανόνες της 125, 126 και 127. Τα συγγνωστά λοιπόν αμαρτήματα είναι π.χ. η πρώτη κίνηση προς άνομη επιθυμία, η πρώτη κίνηση του μίσους, το παιγνιώδες (αν είναι δυνατόν να λεχθεί) ψεύδος, ο κατά πάροδον φθόνος, δηλαδή η λεγόμενη ζήλεια, που δεν είναι τίποτε άλλο παρά μικρή λύπη για κάτι καλό που έχει επάνω του ή γύρω του ο άλλος.

Και λέμε, ότι σε αυτά υποπίπτουμε άπαντες και δεν υπάρχει άνθρωπος στη γη που έμεινε άτρωτος από αυτά.

Και είναι αλήθεια τόσο λυπηρό, άνθρωποι αγωνιζόμενοι εν Κυρίω να πέφτουν πολλές φορές σε αμαρτήματα θανάσιμα, που αυτοί τα βλέπουν ίσως για συγγνωστά. Αλλά ο Κύριος που είναι τόσο καλός όλα τα ενεργεί για την σωτηρία μας και την αφύπνισή μας.

Ως επί το πλείστον δε, την παθαίνουν οι άνθρωποι που έχουν πολλές αρετές. Εκεί ο Σατανάς βρίσκει ευκαιρία να τους βαστά από κάπου, από τη στιγμή που έχουν τόσα άλλα.

Είναι πράγματι δυσκολοδιάκριτη η διαφορά που υπάρχει μεταξύ θανάσιμου και συγγνωστού αμαρτήματος. Γι’ αυτό θα παραθέσουμε, με τη θεία χάρη, γνώμες διαφόρων αγίων προσώπων που μιλούν για τη διάκριση αυτή. Ο άγιος Αναστάσιος ο Σιναΐτης π.χ. λέει, ότι 

«Προς θάνατον αμαρτία είναι η αμαρτία που γίνεται εν γνώσει. Μη προς θάνατον δε, αυτή που γίνεται εν αγνοία...

Αλλά και η κατά του Θεού βλασφημία και η εν γνώσει μεγάλη αμαρτία (δηλαδή φόνος, μοιχεία κ.τ.τ.) είναι προς θάνατον» (Ερωτ. νδ’).

Επίσης ο Ε’ κανόνας της Ζ’ Οικ. Συνόδου, όπως και ο Οικουμένιος, προς θάνατον αμαρτία λένε την αμετανόητη και αδιόρθωτη. Ο Γεώργιος Κορέσσιος, ο οποίος φαίνεται ότι μιλάει ακριβέστερα, λέει ότι 

«τα θανάσιμα διαφέρουν από τα συγγνωστά, καθώς διαφέρει ένα θανάσιμο έργο από έναν αργό λόγο ή έναν μάταιο λογισμό... 

Καθότι με τρεις όψεις παρουσιάζεται η αμαρτία, ή ως πονηρό έργο ή ως πονηρός λόγος ή ως πονηρό νόημα. Και όλα τα πονηρά έργα είναι βέβαια ενός γένους, διαφέρουν όμως μεταξύ τους κατά το είδος· ομοίως και όλα τα πονηρά λόγια και νοήματα διαφέρουν κατά την ατέλεια της πράξεως και ενεργείας, όπως διαφέρει η πρώτη κίνηση του θυμού και του μίσους από τον πραγματικό θυμό και τη μνησικακία. Επίσης η επιορκία, αν και είναι θανάσιμη, διαφέρει του αργού λόγου».

Ο Γεννάδιος ο Σχολάριος ταξινομεί τα θανάσιμα και συγγνωστά αμαρτήματα σε γενικότερους κανόνες. Δηλαδή στον νου αποδίδει τους κακούς λογισμούς, στη γλώσσα τους κακούς λόγους και στο σώμα τα κακά έργα. Και προσθέτει ότι γίνεται θανάσιμη η αμαρτία που ανήκει στον νου, όταν πραγματοποιηθεί, όπως η υπερηφάνεια, η μνησικακία, η αίρεση κ.α., και όχι όταν απλώς περάσει από τον νου ο εγωϊσμός, το μίσος, η απιστία. Γι’ αυτά αναφέρει και ο Νηστευτής στον β’, γ’ και δ’ κανόνα του.

Ομοίως γίνεται θανάσιμη η αμαρτία που ανήκει στη γλώσσα, όταν πραγματοποιηθεί, όπως είναι η βλασφημία, η επιορκία, η ψευδομαρτυρία.

Κατά τον ίδιο τρόπο, κάθε αμαρτία που ανήκει στο σώμα γίνεται θανάσιμη όταν πραγματοποιηθεί, όπως είναι η πορνεία, η μοιχεία, ο φόνος, η έκτρωση κ.τ.τ.

Συγγνωστά παραμένουν τα θανάσιμα αμαρτήματα που ανήκουν στο σώμα αλλ’ όταν έλθουν μόνο στον νου και παραμείνουν μόνο εκεί και φύγουν από εκεί. Διότι όταν αυτή την απλή επιθυμία της πορνείας, ας πούμε, δεν προσέξουμε και τη δεχθούμε και την πράξουμε, τότε αυτή η απλή επιθυμία γεννά θάνατο, όπως λέει ο άγιος αδελφόθεος Ιάκωβος: «Η επιθυμία συλλαβούσα τίκτει αμαρτίαν (συγγνωστή δηλαδή), η δε αμαρτία αποτελεσθείσα (μέσω του σώματος) αποκύει θάνατον» (Ιακ. 1:15).

Ομοίως και η θανάσιμη αμαρτία που ανήκει στον λόγο, αν μείνει μόνο στον νου, είναι συγγνωστή. Παραδείγματος χάριν, η βλασφημία που πραγματοποιήθηκε είναι θανάσιμο αμάρτημα, αλλ’ όταν δεν πραγματοποιηθεί και μόνο περάσει από τον νου ή παραμένει και κάπως σ’ αυτόν ακουσίως, είναι συγγνωστή. Με λίγα λόγια, συγγνωστά είναι και αυτά τα θανάσιμα αμαρτήματα, αν δεν πραγματοποιηθούν.

Σχόλιο Λ. Φωτός: Η αμαρτία - την οποία οι άγιοι Πατέρες ονομάζουν και αστοχία ή ασθένεια - μάς οδηγεί στο θάνατο, εννοώντας τον πνευματικό θάνατο, την πνευματική ασθένεια. Τον χωρισμό μας δηλαδή από τον Θεό. Την διάρρηξη της σχέσεώς μας μαζί Του. Η μετάνοια, που οι Πατέρες την ονομάζουν μυστήριο μετανοίας ή δεύτερο βάπτισμα και ταυτίζεται με το μυστήριο της εξομολογήσεως, αποκαθιστά την σχέση μας με τον Χριστό κάνοντάς μας και πάλι πνευματικά υγιείς. 

Με την μετάνοια, την εξαγόρευση των αμαρτιών σε έμπειρο πνευματικό και με την συνεχή πνευματική καθοδήγηση από πνευματικό πατέρα, ανοίγουν τα πνευματικά μάτια της ψυχής μας, ανανεώνονται οι ψυχικές μας δυνάμεις και ο πνευματικός μας ζήλος και αγωνιζόμαστε με περισσότερη θέρμη και φιλότιμο να νικήσουμε τα πάθη μας και να καλλιεργήσουμε τις αρετές. Ομολογούμε την αδυναμία μας να αλλάξουμε την ζωή μας μόνοι μας, ζητούμε ταπεινά και με προσευχή τη βοήθεια, το έλεος και τη Χάρη του Χριστού, για να καθαρίσουμε την καρδιά μας από τα πνευματικά μικρόβια και να διατηρήσουμε την πνευματική μας υγεία. 

Γενόμενοι σταδιακά υγιή μέλη του Σώματος του Χριστού, μετέχοντας στα άγια Μυστήρια της Εκκλησίας μας, μεταλαμβάνοντας Σώμα και Αίμα Χριστού, συναισθανόμενοι διαρκώς ανάξιοι και αμαρτωλοί, αγιαζόμαστε και μεταδίδουμε τον αγιασμό και στα υπόλοιπα μέλη του Χριστού, στην οικογένειά μας, στους φίλους μας, σε όλους τους συνανθρώπους μας.... Και κάπως έτσι αρχίζει να στερεώνεται η πίστη μας στον Χριστό, να οικοδομείται μέσα μας η ελπίδα, να αποδιώκεται η απελπισία και η κατάθλιψη και ξεκινάμε να βιώνουμε σταδιακά την αληθινή εν Χριστώ αγάπη κι αρχίζουν να γεμίζουν τα "μέσα" μας Χριστό και σωζόμαστε.

Αμαρτήματα θανάσιμα και συγγνωστά. 
Δημήτριος Παναγόπουλος





Πέμπτη 13 Φεβρουαρίου 2020

Μια Παναγιά...


Μια Παναγιά
μιαν αγάπη μου έχω κλείσει 
σ’ ερημοκλήσι αλαργινό 
κάθε βραδιά 
της καρδιάς την πόρτα ανοίγω 
κοιτάζω λίγο και προσκυνώ. 
Πότε θα ρθει, πότε θα ρθει 
το καλοκαίρι 
πότε τ’ αστέρι θ’ αναστηθεί 
να σου φορέσω στα μαλλιά 
χρυσό στεφάνι 
σαν πυροφάνι σ’ ακρογιαλιά. 
Μια Παναγιά 
μιαν αγάπη μου έχω κλείσει 
σ’ ερημοκλήσι αλαργινό 
κάθε βραδιά 
της καρδιάς την πόρτα ανοίγω 
δακρύζω λίγο και προσκυνώ. 

στίχοι: Νίκος Γκάτσος 
μουσική: Μάνος Χατζιδάκις




Δέν εἶναι ἡ ὕπαρξις τοῦ ἐπισκόπου ἡ ἐγγύησις, ὅτι μία Σύνοδος ἐμφορεῖται ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα.

«Δὲν εἶναι ἡ ὕπαρξις τοῦ ἐπισκόπου ἡ ἐγγύησις, ὅτι μία 
Σύνοδος ἐμφορεῖται ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. 
Οὔτε ἡ Χάρις τῆς Ἀρχιερωσύνης ὁδηγεῖ τὴν Ἐκκλησία "εἰς πάσαν τὴν ἀλήθειαν"»
Ἀπό τό βιβλίο «Πατερική Θεολογία»
π. Ἰωάννου Ῥωμανίδου †

Πῶς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο καθοδηγεῖ, ποιοὺς καθοδηγεῖ καὶ σὲ τί συνίσταται αὐτὴ ἡ καθοδήγησις; 

Ἐκεῖνο ποὺ λένε μερικοὶ ὅτι, ὅταν μία Οἰκουμενικὴ Σύνοδος ἀποφασίση κάτι, αὐτὸ εἶναι ἀλάθητο, ἐπειδὴ ἡ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος εἶναι θεόπνευστη κλπ., εἶναι σὰν νὰ μᾶς ὑποχρεώνουν νὰ δεχθοῦμε ὡς ἀλάθητη διδασκαλία ὅ,τι ἀποφασίζει καὶ διακηρύσσει μία Οἰκουμενικὴ Σύνοδος. Αὐτὸ εἶναι καὶ τὸ πνεῦμα περὶ τοῦ ἀλαθήτου τοῦ Πάπα.

Βέβαια εἶναι σωστὸ ὅτι μία Οἰκουμενικὴ Σύνοδος εἶναι ἀλάθητη, ὅτι διδάσκει ἀλαθήτως, ὅτι εἶναι ὠφέλιμη γιὰ τὴν πίστι μας κλπ. Ναί, ἀλλὰ πῶς γίνεται καὶ εἶναι ἀλάθητη; Γιατί εἶναι ἀλάθητη; Γιατί οἱ ἀποφάσεις της εἶναι ἀλάθητες;

Ἡ μοντέρνα Ὀρθόδοξη θεολογία μιλάει πάρα πολὺ γιὰ θεοπνευστία.

Ἀπὸ ὅσα ἔχω διαβάσει, βλέπω νὰ μιλᾶνε περὶ θεοπνευστίας, ἀλλὰ δὲν ἔχω βρῆ περιγραφὴ τῆς θεοπνευστίας...

ἐκείνης γιὰ τὴν ὁποία μιλᾶνε. 

Εἴπαμε ὅτι καὶ οἱ Ὀρθόδοξοι καὶ οἱ Παπικοὶ καὶ οἱ Προτεστάντες συμφωνοῦν στὸ ὅτι ἡ Ἁγία Γραφὴ εἶναι θεόπνευστος. Τί σημαίνει ὅμως θεοπνευστία; Καί, ἐὰν σώζεται κάπου, ποῦ σώζεται; 

Θὰ πῆ ὅμως κάποιος: Καλά, θεόπνευστοι ἦταν μόνο οἱ Προφῆτες καὶ οἱ Ἀπόστολοι; Μετά τούς Ἀποστόλους δὲν ἔχομε θεοπνεύστους ἀνθρώπους; Δὲν ἔχομε θεόπνευστα συγγράμματα ἐκτός τῆς Ἁγίας Γραφῆς; Καί, ἐὰν ναί, ποιοὶ εἶναι αὐτοὶ οἱ θεόπνευστοι ἄνθρωποι;

Καὶ ἂν ὑπάρχουν, πῶς ξέρομε ὅτι εἶναι θεόπνευστοι; Οἱ Προφῆτες ξέρομε ὅτι ἦσαν θεόπνευστοι. Ὁμοίως καὶ οἱ Ἀπόστολοι ἤσαν θεόπνευστοι. Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ αὐτούς, ποιοὶ ἄλλοι ἦσαν ἢ εἶναι θεόπνευστοι; Ἐπίσης ποιὰ εἶναι τὰ διάφορα στάδια αὐτῆς τῆς θεοπνευστίας, καὶ πῶς διακρίνονται; 

Πῶς ὁ ἄνθρωπος ἐμπνέεται ἀπὸ τὸν Θεὸν καὶ πῶς ξέρομε ὅτι ἕνας εἶναι ἐμπνευσμένος ἀπὸ τὸν Θεὸν καὶ ὄχι ἀπὸ τὸν Διάβολο ἢ ἀπὸ φαντασιοπληξίες;

Ὁ Χριστός, ὅταν εἶπε ὅτι θά μᾶς δώση τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, τό ὁποῖο θά μᾶς ὁδηγήση εἰς πάσαν τήν ἀλήθειαν, δέν μίλησε γιά Οἰκουμενικές Συνόδους.

Δέν εἶπε δηλαδή ὅτι αὐτό θά γίνεται στίς Οἰκουμενικές Συνόδους τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτό δηλαδή τό καινόν περί τοῦ ἀλαθήτου τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων δέν περιλαμβάνεται μέσα στήν Ἁγία Γραφή. 

Ὁ Χριστὸς εἶπε ἁπλὰ ὅτι τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον θὰ εἶναι Ἐκεῖνο ποὺ θὰ μᾶς ὁδηγήση στὴν πλήρη ἀλήθεια. Προηγουμένως ὅμως, πρὶν δηλαδὴ ἀπὸ αὐτό, εἶπε ὅτι ἐὰν ἔχετε ἀγάπη μεταξύ σας, ἐγὼ καὶ ὁ Πατέρας μου θὰ ἔλθωμε καὶ θὰ κατοικήσωμε μέσα σας, καθὼς ἐπίσης εἶπε ὅτι τώρα, μὲ βλέπετε, ἀλλὰ ἀργότερα δὲν θὰ μὲ βλέπετε. Ἀλλά, ἐὰν ἔχετε ἀγάπη, πάλι θὰ μὲ βλέπετε. 

Καί, τὸ Πνεῦμα θὰ ἔλθη νὰ κατοικήση μέσα σας καὶ θὰ σᾶς ὁδηγήση εἰς πάσαν τὴν ἀλήθειαν.

Ὅλα αὐτὰ ποὺ λέγει ὁ Χριστὸς καὶ ἀναφέρονται στὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Ἰωάννη καὶ ποὺ τὰ διαβάζουν οἱ παπάδες τὴν Μεγάλη Πέμπτη, εἶναι βασικὰ κεφάλαια. Ἀλλὰ γιατί εἶναι βασικὰ κεφάλαια; Αὐτὴ ἡ προσευχὴ τοῦ Ἰησοῦ, ἡ Ἀρχιερατική, γιατί ἔχει τόσο μεγάλη σημασία; 

Γιατί προσεύχεται ὁ Χριστὸς γιὰ τὴν ἑνότητα τῶν Ἀποστόλων; Γιὰ ποιὰ ἕνωσι προσεύχεται; Μήπως, τῶν Ἐκκλησιῶν; Ποιὰ ἕνωσις εἶναι αὐτή; Αὐτό, τὸ «ὁδηγήσει ὑμᾶς εἰς πάσαν τὴν ἀλήθειαν», ὅταν τὸ λέγη ὁ Χριστός, τὸ ἐννοεῖ ἀσφαλῶς μέσα σὲ ὠρισμένα πλαίσια. Ποιὰ εἶναι αὐτά;

Τὰ κεφάλαια αὐτά, 14 ἕως 17, τοῦ κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγελίου κάνουν ὁλόκληρη ἀνάπτυξη περὶ τῆς πνευματικῆς καταστάσεως τῶν Ἀποστόλων σὲ σχέσι μὲ τὴν ἀγάπη καὶ ἀναφέρουν ποιὰ θὰ εἶναι τὰ ἀποτελέσματα τῆς ἀγάπης. Ἡ πλήρης μορφὴ ὅμως τῆς ἀγάπης ἀποκαλύπτεται στὴν ἐμπειρία τῆς θεώσεως. Ἡ θέωσις εἶναι ἡ πλήρης μορφὴ τῆς ἀγάπης. Δι’ αὐτῆς τῆς ἀγάπης, πού πηγάζει ἀπὸ τὴν ἐμπειρία τῆς θεώσεως, γίνεται ἡ πλήρης θεραπεία τοῦ ἀνθρώπου.

Ἡ ἀγάπη αὐτὴ ἀρχίζη νὰ ἐνεργῆται, ὅταν ἔλθη τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο μέσα στὸν ἄνθρωπο, ὁπότε γίνεται ὁ ἄνθρωπος κατοικητήριο καὶ ναὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καί, ὅταν ἔλθη τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο καὶ κατοικήση μέσα στὸν ἄνθρωπο, φέρνει μαζί Του καὶ τὸν Πατέρα καὶ τὸν Υἱόν. Τότε στὸν ἄνθρωπο κατοικεῖ ὁλόκληρη ἡ Ἁγία Τριάδα. 

Ἀλλά πῶς γνωρίζει ὁ ἄνθρωπος ὅτι ἔγινε ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος; Πῶς γίνεται αὐτή ἡ διαπίστωσις; 

Ὁ ἀληθινός πνευματικός πατέρας γνωρίζει πότε ἕνα πνευματικό του παιδί ἔχει λάβει τό Ἅγιο Πνεῦμα καί ἔχει γίνει ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἔχομε συγκεκριμένα Πατερικά κριτήρια στό θέμα αὐτό. Ποιά εἶναι αὐτά;

Ὅταν ὁ Χριστός μιλάη γιά τήν ἔκχυσι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στήν Ἐκκλησία καί στούς πιστούς, δέν μιλάη ἀφηρημένα, δέν ἐννοεῖ ὅτι θά τό στείλει σέ ὅλην τήν Ἐκκλησία γενικά.

Οὔτε ὅτι, ἐπειδὴ οἱ δεσποτάδες καὶ οἱ παπάδες ἔχουν μία ἀλληλοδιαδοχὴ μὲ τὶς χειροτονίες, θὰ τὸ λάβη γενικὰ ὅλη ἡ Ἐκκλησία. Οὔτε ἐννοεῖ ὅτι ἐξ αἰτίας τῆς χειροτονίας τῶν ἐπισκόπων ὑπάρχει ὁπωσδήποτε ἡ ἐγγύησις ὅτι τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο θὰ κατοικῆ μόνιμα μέσα στὴν Ἱεραρχία.

Διότι, δέν εἶναι ἡ ὕπαρξις τοῦ ἐπισκόπου ἡ ἐγγύησις ὅτι μία Σύνοδος ἐμφορεῖται ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα.

Ἀπόδειξις εἶναι ὅτι ὑπῆρξαν μέσα στήν Ἐκκλησία πολλοὶ ἐπίσκοποι, πού κατεδικάσθησαν ὡς αἱρετικοί.

Ἂν εἶχαν ἐκεῖνοι οἱ ἐπίσκοποι Πνεῦμα Ἅγιο, δέν θά ἔπεφταν σέ αἵρεσι. 

Ἄρα, δέν εἶναι ἡ εἰς ἐπίσκοπον χειροτονία κάποιου ἀπόδειξις οὔτε ἐγγύησις ὅτι στόν ἐπίσκοπο αὐτόν κατοικεῖ ὁπωσδήποτε τό Ἅγιο Πνεῦμα. 

Ἄρα, δέν εἶναι ἡ Χάρις τῆς Ἀρχιερωσύνης ἐκείνη πού ὁδηγεῖ τήν Ἐκκλησία «εἰς πάσαν τήν ἀλήθειαν».

Ὁ Χριστὸς μιλάει ἐδῶ γιὰ κάτι ἄλλο. Οἱ Πατέρες λένε καθαρὰ ὅτι ἐδῶ ὁ Χριστὸς μιλάει γιὰ δύο καταστάσεις. 

Ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος μιλάει γιὰ τὴν φώτισι καὶ ἀπὸ τὸ ἄλλο μέρος μιλάει γιὰ τὴν θέωσι. 

Ὅταν λέγη ὁ Χριστὸς ἴνα πάντες ἓν ὦσι, γιὰ ποιοὺς μιλάει; Γιὰ τοὺς Ἀποστόλους βέβαια. Δηλαδὴ παρακαλεῖ τὸν Πατέρα νὰ γίνουν οἱ Ἀπόστολοι «ἓν, καθὼς ἠμεῖς ἓν ἐσμεν». Δὲν λέγει εἷς, ἀλλὰ ἓν. Πῶς ὅμως ὁ Πατήρ, ὁ Υἱὸς καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι ἓν; Ἀπάντησις: Εἶναι ἑνωμένοι εἰς ἓν, κατὰ τὴν δόξαν (ἐνέργειαν) καὶ κατὰ τὴν οὐσίαν. Κατὰ τὰ Πρόσωπα, τὶς ὑποστάσεις, δὲν εἶναι ἑνωμένοι. Διότι τὰ Πρόσωπα στὴν Ἁγία Τριάδα, λένε οἱ Πατέρες, εἶναι ἀκοινώνητα μεταξύ τους.

Τὰ κοινὰ στὴν Ἁγία Τριάδα εἶναι ἡ οὐσία καὶ ἡ φυσικὴ ἐνέργεια τῆς οὐσίας, δηλαδὴ ἡ δόξα. Καὶ κατὰ τί εἶναι ἓν ὁ Πατήρ, ὁ Υἱὸς καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, μὲ τὸ ὁποῖο ἓν καὶ ἐμεῖς θὰ γίνωμε ἓν, δηλαδὴ καὶ μεταξύ μας καὶ μὲ τὴν Ἁγία Τριάδα; Ποιὸ θὰ εἶναι αὐτὸ τὸ κοινὸ γνώρισμα; Ἀπάντησις: Εἶναι τὸ ἓν κατὰ τὴν δόξαν.

Δηλαδή, ὅπως ὁ Πατήρ, ὁ Υἱὸς καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα εἶναι ἕνα κατὰ τὴν δόξαν, διότι ἔχουν κοινὴν τὴν δόξαν, ἔτσι καὶ ἐμεῖς θὰ γίνωμε ἕνα, ὅταν ὅλοι μας μετάσχωμε στὴν δόξα τοῦ Θεοῦ, ὅταν δηλαδὴ ὅλοι μας ἢ ὅσοι ἀπὸ ἐμᾶς γίνουν ἄξιοι, γίνουν μέτοχοι τῆς Χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τοῦ ἀκτίστου Φωτός.

Διότι, ὅταν ἕνας ἄνθρωπος δοξάζεται, τότε γίνεται κοινωνὸς τῆς ἀκτίστου δόξης τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὁπότε ἑνώνεται καὶ μὲ τὴν Ἁγία Τριάδα, ἀλλὰ καὶ μὲ ὅσους συνανθρώπους του εἶναι ἐκείνην τὴν στιγμὴ ἑνωμένοι καὶ ἐκεῖνοι μὲ τὴν δόξαν τοῦ Θεοῦ.

Ὁπότε ἐκεῖνο, γιὰ τὸ ὁποῖο προσεύχεται ὁ Χριστὸς στὸν Μυστικὸ Δεῖπνο εἶναι, πρῶτα-πρῶτα γιὰ τὴν κάθαρσί τους, μετὰ γιὰ τὴν φώτισί τους καὶ τέλος γιὰ τὴν θέωσί τους.

Ἑπομένως τό «ὁδηγήσει ὑμᾶς εἰς πάσαν τήν ἀλήθειαν» ἀναφέρεται ὄχι γενικά σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους, ἀλλά εἰδικά σέ ὅσους θά λάβουν μέρος στήν ἐμπειρία τῆς θεώσεως.

Δηλαδή, ὅταν ὁ ἄνθρωπος φθάση στήν θέωσι, τότε μόνον ὁδηγεῖται εἰς πάσαν τήν ἀλήθειαν. 

Ἑπομένως ἡ πάσαν ἀλήθειαν (ὄχι περί τοῦ κτιστοῦ κόσμου, ἀλλά περί τοῦ Θεοῦ) γίνεται γνωστή μόνο στήν ἐμπειρία τῆς θεώσεως.

Ἐπειδὴ ὅλοι οἱ Πατέρες εἶχαν αὐτὴν τὴν ἐμπειρία ἢ παρόμοια, διότι εἴτε ἤσαν σὲ κατάστασι φωτισμοῦ εἴτε ἤσαν σὲ κατάστασι θεώσεως, γι’ αὐτὸ καὶ ὅλοι τους ἔχουν τὴν ἴδια ἀκριβῶς ἀντίληψι γιὰ τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ κάνουν ὅλοι τους τὴν ἴδια ἑρμηνεία στὴν Ἁγία Γραφὴ στὰ βασικά της σημεῖα καὶ τὴν ἴδια ἑρμηνεία στὰ κείμενα τῶν ἄλλων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας.

Ἀπὸ τὰ παραπάνω τί συνάγεται; Ὅσοι βρίσκονται σὲ κατάστασι φωτισμοῦ ἢ θεώσεως, αὐτοὶ εἶναι θεόπνευστοι ἢ δὲν εἶναι θεόπνευστοι; Ἀπάντησις: Αὐτοὶ φυσικὰ εἶναι θεόπνευστοι.

Διότι θεοπνευστία σημαίνει τί; Σημαίνει νὰ εἶναι κάποιος ἐμπνευσμένος ἀπὸ τὸν Θεόν. Ἐν ἀντιδιαστολὴ πρὸς τί; Πρὸς τὸ νὰ εἶναι κανεὶς ἐμπνευσμένος ἀπὸ τὸν διάβολο καὶ τοὺς δαίμονες. Ἐκεῖνος θὰ εἶναι διαβολόπνευστος καὶ δαιμονόπνευστος.

Ἡ ὑψηλοτέρα μορφὴ τῆς Ἀποκαλύψεως ὅσον ἀφορᾶ στὴν θεοπνευστία, ἦταν ἐκείνη ποὺ συνέβη στοὺς Ἀποστόλους κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς.

Τό κλειδί λοιπόν τῆς Ὀρθοδόξου θεολογίας σχετικά μέ τήν θεοπνευστία εἶναι ἡ Πεντηκοστή. 

Ἐὰν κανεὶς μπορέση νὰ κατανοήση τὴν σημασία τῆς Πεντηκοστῆς γιὰ τὴν Πατερικὴ παράδοσι, τότε καὶ θεολόγος νὰ μὴν εἶναι, τουλάχιστον θὰ ξέρη τί εἶναι Θεολογία καὶ τί θεολόγος.

Ὅπως δὲν χρειάζεται νὰ εἶναι κανεὶς γιατρὸς γιὰ νὰ ξέρη τί εἶναι ἡ Ἰατρικὴ ἐπιστήμη καὶ τί εἶναι γιατρός, κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο κάποιος μπορεῖ νὰ ξέρη τί εἶναι Θεολογία, ποιὸς εἶναι ὁ θεολόγος καὶ ποιὸς εἶναι ὁ θεολογῶν, χωρὶς νὰ εἶναι ὁ ἴδιος θεολόγος ἢ θεολογῶν.

Δέν εἶναι ἡ ὕπαρξις τοῦ ἐπισκόπου ἡ ἐγγύησις, ὅτι μία 
Σύνοδος ἐμφορεῖται ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα.
π. Ἰωάννου Ῥωμανίδου †

Ἀπό τό βιβλίο «Πατερική Θεολογία»




Τετάρτη 12 Φεβρουαρίου 2020

Νήψη και φύλαξη της καρδιάς ~ Όσιος Νικηφόρος ο Μονάζων

Όσιος Νικηφόρος ο Μονάζων 
Νήψη και φύλαξη της καρδιάς
Τόμος Δ' Φιλοκαλία

«Φως μεν μοναχοίς άγγελοι, φως δε κοσμικοίς μοναχική πολιτεία». 
«Οι ΄Αγγελοι είναι το φως των Μοναχών και οι Μοναχοί είναι το φως των κοσμικών». 
~ Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος

Όσοι επιθυμείτε σφοδρά ν' αξιωθείτε τη μεγαλόπρεπη θεϊκή φωτοφάνεια του Σωτήρα μας Ιησού Χριστού· όσοι θέλετε να δεχθείτε με αίσθηση μέσα στην καρδιά σας το υπερουράνιο πυρ· όσοι σπεύδετε να επιτύχετε τη συμφιλίωση σας με το Θεό, να τη ζήσετε και να την αισθανθείτε· όσοι απορρίψατε όλα τα πράγματα του κόσμου, για να βρείτε και να αποκτήσετε το θησαυρό που είναι κρυμμένος στον αγρό των καρδιών σας·

όσοι θέλετε ν' ανάψουν ολόλαμπρες οι λαμπάδες των ψυχών σας από αυτόν τον κόσμο κι έτσι απαρνηθήκατε όλα τα παρόντα· όσοι θέλετε να γνωρίσετε και ν' αποκτήσετε με πείρα τη βασιλεία των ουρανών που είναι μέσα σας, ελάτε να σας εκθέσω την επιστήμη, ή μάλλον τη μέθοδο, της αιώνιας, ή καλύτερα της ουράνιας ζωής.

Η επιστήμη αυτή εισάγει χωρίς κόπο και ιδρώτα τον εργάτη της στο λιμάνι της απάθειας, και δε διατρέχει κανένα κίνδυνο ταραχής ή πλάνης από τους δαίμονες. Τέτοιος φόβος υπάρχει τότε μόνον, όταν λόγω παρακοής ζούμε έξω και μακριά από τη ζωή που σας προτείνω, όπως παλιά ο Αδάμ, που αψήφησε εντελώς την εντολή του Θεού, έπιασε φιλία με το φίδι θεωρώντας το αξιόπιστο, κι έτσι έφαγε κατά κόρον από τον καρπό της απάτης κι έριξε αξιοθρήνητα τον εαυτό του κι όλους τους απογόνους του στον πυθμένα του θανάτου, του σκότους και της διαφθοράς.

Επιστρέψετε λοιπόν· ή μάλλον, για να πούμε το πιο αληθινό, ας επανέλθομε, αδελφοί, στους εαυτούς μας, ας αποστραφούμε μια για πάντα τη συμβουλή του φιδιού και την περιφορά μας στα χαμαίζηλα. Γιατί δεν είναι δυνατό να επιτύχουμε με άλλο τρόπο τη συμφιλίωση και την οικείωσή μας με το Θεό, αν πρώτα δεν επανέλθομε, ή καλύτερα δεν εισέλθουμε στους εαυτούς μας, όσο εξαρτάται από μας.

Γιατί θα είναι παράδοξο, ενώ αποχωρίσαμε τους εαυτούς μας από την περιφορά του κόσμου και τις μάταιες μέριμνες, να τον εμποδίζουμε ασυγχώρητα από τη βασιλεία των ουρανών που είναι μέσα μας. Γι' αυτό και η αγία μοναχική ζωή έχει ονομαστεί τέχνη τεχνών και επιστήμη επιστημών, επειδή δεν μας προξενεί όσα αυτές οι φθαρτές τέχνες και επιστήμες, ώστε να στρέφουμε και προς αυτές το νου μας και να τον κατα-καλύπτουμε μ' αυτές παίρνοντάς τον από τα ανώτερα, αλλά μας υπόσχεται παράδοξα και απόρρητα αγαθά, τα οποία μάτια δεν είδαν κι αυτιά δεν τ' άκουσαν και άνθρωπος δεν τα διανοήθηκε.


Ως εκ τούτου, δεν έχομε να παλέψουμε μέ όντα από σάρκα και αίμα, αλλά με τις δαιμονικές δυνάμεις, με τους κοσμοκράτορες του σκοτεινού αυτού αιώνα. Αν λοιπόν ο παρών αιώνας είναι σκότος, ας φύγομε απ' αυτόν, απομακρύνοντας από αυτόν και τα νοήματά μας· τίποτε κοινό μεταξύ ημών και του εχθρού του Θεού. Γιατί εκείνος που θα θελήσει να φιλιώσει με αυτόν, γίνεται εχθρός του Θεού. Κι εκείνον που έγινε εχθρός του Θεού, ποιος μπορεί να τον βοηθήσει;

Γι' αυτό ας μιμηθούμε τους πατέρες μας, και ας αναζητήσομε το θησαυρό που είναι μέσα στις καρδιές μας, όπως εκείνοι. Και αφού τον βρούμε, ας τον κρατήσουμε με πολύ μεγάλη δύναμη, εργαζόμενοι συγχρόνως και φυλάγοντάς τον, αφού σ' αυτό έχομε ταχθεί απ' την αρχή.

Κι αν παρουσιαστεί κανείς να φέρνει αντιρρήσεις σ' αυτά και να λέει: «Πώς μπορεί κανείς να εισέλθει στην καρδιά του κι εκεί να εργάζεται ή να μένει;», όμοια με το Νικόδημο που είπε κάποτε στον Σωτήρα: «Πώς μπορεί κανείς να μπει για δεύτερη φορά στην κοιλιά της μητέρας του και να γεννηθεί ενώ είναι γέρος;», θ' ακούσει και αυτός: «Το Πνεύμα πνέει όπου θέλει». 

Αν λοιπόν αμφιβάλλομε και δυσπιστούμε έτσι στα έργα της πρακτικής, πώς θα έρθουν σ' εμάς τα έργα της θεωρίας; Γιατί η πρακτική είναι που ανεβάζει στη θεωρία. Αλλ' επειδή χωρίς αποδείξεις από τις Γραφές είναι αδύνατο να βεβαιωθεί εκείνος που έτσι αμφιβάλλει, θα εντάξουμε σ' αυτό το λόγο, για την ωφέλεια των πολλών, αποσπάσματα από τους βίους και τους λόγους των Αγίων, ώστε να βεβαιωθεί από αυτούς και ν' αποβάλει κάθε αμφιβολία.

Από το βίο του αββά Αγάθωνος:

Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Αγάθωνα: «Πες μου Αββά, ποιο είναι μεγαλύτερο, o σωματικός κόπος, ή η φύλαξη του εσωτερικού ανθρώπου;» Κι αυτός αποκρίθηκε: «Ο άνθρωπος μοιάζει με δένδρο. Ο σωματικός κόπος λοιπόν είναι τα φύλλα, ενώ η φύλαξη του εσωτερικού είναι ο καρπός. Επειδή λοιπόν, σύμφωνα με τη Γραφή, όποιο δένδρο δεν κάνει καλό καρπό το κόβουν και το ρίχνουν στη φωτιά, είναι φανερό ότι όλη η επιμέλειά μας, δηλαδή η φύλαξη του νου, αποβλέπει στους καρπούς. Χρειάζεται όμως και το σκέπασμα και ο στολισμός των φύλλων, τα οποία είναι ο σωματικός κόπος».

Είναι αξιοθαύμαστο, πώς αποφάνθηκε ο Άγιος αυτός για όλους όσους δεν έχουν φύλαξη του νου, αλλά καυχώνται μόνο για την πρακτική άσκηση, με το να πει ότι κάθε δένδρο που δεν κάνει καρπό, δηλαδή φύλαξη του νου, κι έχει μόνο φύλλα, δηλαδή την πράξη, κόβεται και ρίχνεται στη φωτιά. Τρομακτική, πάτερ, η απόφανσή σου!... 


Του αγίου Ιωάννου της Κλίμακος:

Ησυχαστής είναι εκείνος που αγωνίζεται να περιορίσει τον ασώματο νου σε σωματικό οίκο, δηλαδή μέσα στην καρδιά, πράγμα παράδοξο. Ησυχαστής είναι εκείνος που είπε: «Εγώ κοιμάμαι, μα η καρδιά μου αγρυπνεί»... 

Του αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου:

Αφ' ότου έκανε τον άνθρωπο να εξοριστεί εξαιτίας της παρακοής του από τον Παράδεισο και το Θεό, ο διάβολος με τους δαίμονες έχει τη δυνατότητα να σαλεύει νοητά το λογιστικό κάθε ανθρώπου ημέρα και νύχτα· άλλου πολύ, άλλου λίγο και άλλου περισσότερο. Και το λογιστικό δεν είναι δυνατό να οχυρωθεί διαφορετικά, παρά με την ακατάπαυστη μνήμη του Θεού. Αν δηλαδή με τη δύναμη του σταυρού εντυπωθεί στην καρδιά η θεία μνήμη, θα το στερεώσει και θα το κάνει ακλόνητο.

Σ' αυτό το σκοπό οδηγεί ο νοητός αγώνας, στον οποίο κάθε χριστιανός αποδόθηκε να αγωνιστεί μέσα στο στάδιο της πίστεως του Χριστού· αλλιώς θ' αγωνιστεί μάταια. Εξαιτίας αυτού του αγώνα γίνεται όλη η ποικιλότροπη άσκηση καθενός που κακοπαθεί για το Θεό, κι αυτό για να κάμψει τα σπλάχνα του Αγαθού και να του δώσει πάλι τό αρχικό αξίωμα και να σφραγιστεί στο λογιστικό του ο Χριστός, καθώς λέει ο Απόστολος: «Παιδάκια μου, για σας περνώ πάλι τους πόνους του τοκετού, ώσπου να εντυπωθεί μέσα σας ο Χριστός».

Είδατε, αδελφοί, ότι υπάρχει τέχνη πνευματική, δηλαδή μέθοδος, η οποία γρήγορα ανεβάζει αυτόν, που την ασκεί, στην απάθεια και στη θεοπτία; Βεβαιωθήκατε τώρα ότι όλη η πρακτική άσκηση θεωρείται από το Θεό, όπως τα φύλλα στο δένδρο που δεν έχει καρπό; Και ότι θα πάει χαμένη σε κάθε ψυχή που δεν έχει φύλαξη του νου; Ας σπεύσουμε λοιπόν, για να μην πεθάνουμε άκαρποι και μετανοήσουμε ανώφελα.

Ερώτηση: Από αυτό το σύγγραμμα μαθαίνομε ποια ήταν η πρακτική εκείνων που ευαρέστησαν τον Κύριο και ότι υπάρχει κάποια εργασία πνευματική, η οποία ελευθερώνει γρήγορα την ψυχή από τα πάθη και την συνδέει με την αγάπη του Θεού, η οποία είναι υποχρεωτική σε καθέναν που έγινε στρατιώτης του Χριστού· σ' αυτά δεν αμφιβάλλομε, αλλά έχομε πεισθεί τελείως. Παρακαλούμε όμως να μάθομε τι είναι προσοχή και με ποιον τρόπο αξιώνεται κανείς να την επιτύχει. Γιατί είμαστε ολότελα αμύητοι σ' αυτό το πράγμα.

Απόκριση: Στο όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού που είπε: «Χωρίς εμένα δεν μπορείτε να κάνετε τίποτε», κι αφού Τον επικαλεστώ ως βοηθό και συνεργό, θα προσπαθήσω κατά τη δύναμή μου να σας παρουσιάσω τι είναι προσοχή και πώς αυτή, Θεού θέλοντος, μπορεί να κατορθωθεί.

Η προσοχή, είπαν μερικοί Άγιοι, είναι φύλαξη του νου· άλλοι, φύλαξη της καρδιάς· άλλοι την είπαν νήψη, άλλοι νοερή ησυχία και άλλοι αλλιώς. Όλα αυτά σημαίνουν ένα και τό αυτό. Όπως όταν πει κανείς ψωμί, κομμάτι και μπουκιά, έτσι σκέψου και γι' αυτά. Μάθε τώρα με ακρίβεια τι είναι προσοχή και ποια είναι τα ιδιώματά της. 


Η προσοχή είναι γνώρισμα της αληθινής μετάνοιας. Η προσοχή είναι ανόρθωση της ψυχής, μίσος του κόσμου και επιστροφή της στο Θεό. Η προσοχή είναι αποδοκιμασία της αμαρτίας και επαναφορά της αρετής. Η προσοχή είναι ανεπιφύλακτη βεβαιότητα για τη συγχώρηση των αμαρτιών μας. Η προσοχή είναι η αρχή της θεωρίας, ή μάλλον η βάση της θεωρίας, γιατί μέσω αυτής ο Θεός συγκαταβαίνει κι εμφανίζεται στο νου. 

Η προσοχή είναι αταραξία του νου, ή μάλλον ακινησία της ψυχής, που της δόθηκε ως βραβείο από το έλεος του Θεού. Η προσοχή είναι κατάργηση των λογισμών, ανάκτορο της μνήμης του Θεού, θησαυροφυλάκιο της υπομονής των επερχομένων δοκιμασιών. Η προσοχή είναι αιτία της πίστεως, της ελπίδας και της αγάπης. Γιατί αν κανείς δεν πιστέψει, δε θα δεχτεί τα επερχόμενα λυπηρά· κι αν δεν τα δεχτεί με χαρά, δε θα πει στον Κύριο: «Είσαι βοηθός μου και καταφύγιο μου»· κι αν δεν έχει καταφύγιό του τον Ύψιστο, δε θα ενστερνιστεί την αγάπη Του.

Αυτό λοιπόν το μέγιστο των μεγίστων κατόρθωμα, οι περισσότεροι, ή και όλοι, το αποκτούν κυρίως με τη διδασκαλία. Γιατί σπανίζουν εκείνοι που χωρίς διδαχή άλλου, με την ένταση της εργασίας τους και τη θέρμη της πίστεως, το έλαβαν από το Θεό· μα το σπάνιο δεν είναι νόμος. Γι' αυτό πρέπει ν' αναζητήσομε οδηγό που δε θα πέφτει σε πλάνη, ώστε με την καθοδήγησή του να διδασκόμαστε και να διορθωνόμαστε στις δεξιές και τις αριστερές μεταπτώσεις της προσοχής, εννοώ τις ελλείψεις και τις υπερβολές που εισάγει ο πονηρός· να μας τις φανερώνει σύμφωνα με όσα έπαθε και δοκιμάστηκε ο ίδιος, και να μας υποδεικνύει τη νοητή αυτή οδό ώστε να μη μας μένει αμφιβολία, κι έτσι να την βαδίζομε με ευκολία.


Αν δεν έχεις οδηγό, πρέπει να τον αναζητάς με επιμονή. Αν όμως δε βρίσκεις, τότε αφού επικαλεστείς το Θεό και Τον ικετεύσεις με συντριβή πνεύματος και δάκρυα και ακτημοσύνη, κάνε αυτό που θα σου πω. Γνωρίζεις ότι αυτό που αναπνέουμε είναι ο κοινός αέρας, και τον εκπνέουμε όχι για άλλο τίποτε, παρά για την καρδιά, γιατί αυτή είναι η αιτία της ζωής και της θερμότητας του σώματος. 

Η καρδιά, δηλαδή, φέρνει προς τον εαυτό της τον αέρα της αναπνοής ως ένα μέσο που θα μεταφέρει έξω, με την εκπνοή, μέρος της θερμότητάς της, ώστε η ίδια να διατηρεί τη σωστή θερμοκρασία. Αίτιος, ή μάλλον υπηρέτης αυτής της λειτουργίας είναι ο πνεύμονας, που τον έκανε ο Δημιουργός με αραιή δομή ώστε σαν ένα φυσερό να εισάγει και να εξάγει χωρίς δυσκολία τον αέρα. Έτσι η καρδιά με την αναπνοή ψύχεται, αποβάλλοντας θερμότητα, και επιτελεί απαράβατα αυτή τη λειτουργία, στην οποία έχει οριστεί για τη διατήρηση της ζωής.

Εσύ, λοιπόν, αφού καθίσεις και συγκεντρώσεις το νου σου, πέρασέ τον στην αναπνευστική οδό που αρχίζει από τη μύτη και οδηγεί τον αέρα στην καρδιά· και ώθησε το νου σου κι ανάγκασέ τον να κατεβεί μαζί με τον εισπνεόμενο αέρα στην καρδιά. Κι όταν εισέλθει εκεί, τα μετέπειτα δεν θα είναι πλέον χωρίς ευφροσύνη και χαρά. 

Όπως δηλαδή ένας άνδρας που είχε απουσιάσει μακριά από το σπίτι του, όταν επιστρέψει, δεν ξέρει τι κάνει απ' τη χαρά του που αξιώθηκε να συναντήσει τα παιδιά του και τη γυναίκα του, έτσι και ο νους όταν ενωθεί με την ψυχή, γεμίζει από ανείπωτη ηδονή και ευφροσύνη. Λοιπόν, αδελφέ, συνήθισε το νου σου να μη βγαίνει γρήγορα από εκεί. 

Στην αρχή στενοχωρείται πάρα πολύ από το εκεί κλείσιμο και τον περιορισμό· όταν όμως συνηθίσει, δεν ανέχεται πια να περιφέρεται έξω. Γιατί η βασιλεία των ουρανών είναι μέσα μας, και καθώς ο νους την παρατηρεί εκεί και με την καθαρή προσευχή την επιδιώκει, νομίζει βδελυρά και μισητά όλα τα έξω.


Αν λοιπόν με την πρώτη προσπάθεια εισέλθεις με το νου σου στον καρδιακό τόπο που σου υπέδειξα, ευχαρίστησε και δόξασε το Θεό, και σκίρτησε και εξακολούθησε αυτή την εργασία για πάντα. Αυτή είναι που θα σε διδάξει εκείνα που δε γνωρίζεις. Πρέπει ακόμη να μάθεις και τούτο· όταν ο νους σου βρίσκεται εκεί, να μη σιωπά και να μην κάθεται αργός, αλλά να έχει ως έργο και ακατάπαυστη μελέτη του το «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με», και να μην το σταματά ποτέ. Γιατί αυτό διατηρεί το νου συγκεντρωμένο, τον αναδεικνύει ανίκητο και απρόσβλητο κατά τις επιθέσεις του εχθρού και του αυξάνει καθημερινά την αγάπη και τον πόθο του Θεού.

Αν πάλι, αδελφέ, παρά τις εντατικές σου προσπάθειες, δεν μπορείς να εισέλθεις στην περιοχή της καρδίας καθώς σου περιέγραψα, κάνε αυτό που σου λέω τώρα, και με τη βοήθεια του Θεού θα βρεις ό,τι ζητάς. Γνωρίζεις ότι το λογιστικό μέρος της ψυχής κάθε ανθρώπου βρίσκεται στο στήθος. Εκεί, μέσα στο στήθος, και όταν σωπαίνουν τα χείλη, μιλάμε και σκεπτόμαστε και συνθέτουμε προσευχές και ψαλμούς και άλλα. 

Αφαίρεσε λοιπόν από το λογιστικό κάθε λογισμό —μπορείς, αν θέλεις—, και δώσε σ' αυτό το «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με». Και ανάγκασέ το να φωνάζει εσωτερικά πάντοτε αυτό αντί οποιαδήποτε άλλη έννοια. Αν αυτό το τηρήσεις γι' αρκετό καιρό, αναμφίβολα θα σου ανοιχτεί μέσω αυτού και η καρδιακή είσοδος, όπως έχομε γράψει και όπως κι εμείς από την πείρα έχουμε μάθει. 

Κι ακόμη, θα έρθει σε σένα, μαζί με την πολυπόθητη και τερπνή προσοχή, κι όλη η χορεία των αρετών, αγάπη, χαρά, ειρήνη κλπ., που θα ικανοποιήσουν όλα τα αιτήματά σου με τη χάρη του Ιησού Χριστού, του Κυρίου μας. Σ' Αυτόν, μαζί με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, ανήκει η δόξα, η εξουσία, η τιμή και η προσκύνηση, και τώρα και πάντοτε και σ' όλους τους αιώνες. Αμήν.

Του αββά Ισαάκ του Σύρου:

Αγωνίσου να εισέλθεις στο θάλαμο που βρίσκεται μέσα σου, και θα δεις τον ουράνιο θάλαμο. Γιατί και τούτος κι εκείνος είναι ένας, και από μία είσοδο τους βλέπεις και τους δύο. Η σκάλα της βασιλείας εκείνης είναι κρυμμένη μέσα σου, δηλαδή μέσα στην ψυχή σου. Καθάρισε λοιπόν τον εαυτό σου από την αμαρτία και θα βρεις εκεί σκαλοπάτια, με τα οποία θα μπορέσεις να ανεβαίνεις.

Του αγίου Ιωάννη Καρπαθίου:

Έχομε ανάγκη από μεγάλο αγώνα και κόπο στις προσευχές, για να βρούμε την απαλλαγμένη από κάθε ενόχληση κατάσταση της διάνοιας, σαν έναν άλλον ουρανό μέσα στην καρδιά μας όπου κατοικεί ο Χριστός, όπως λέει ο Απόστολος: «Μήπως δε γνωρίζετε ότι ο Χριστός κατοικεί μέσα σας;»

Όσιος Νικηφόρος ο Μονάζων
Νήψη και φύλαξη της καρδιάς 
Τόμος Δ' Φιλοκαλία


Μή ἐπαναπαυθῇς σύ, πού ἑπροτίμησες τόν γάμον... ~ Μέγας Βασίλειος


Ἡ ὑποταγή εἰς τό Εὐαγγέλιον θά ζητηθῇ ἀπό ὅλους 
τούς ἀνθρώπους, καί ἀπό τούς μοναχούς 
καί ἀπό τούς ἑγγάμους...

Μῆ ἐπαναπαυθῇς λοιπόν, σύ, ποὺ ἑπροτὶμησες τὸν γάμον, ὡσὰν νὰ ἔχῃς δικαίωμα νὰ ἀσπασθῇς τὴν ζωὴν τοῦ κόσμου. Διότι πρέπει νὰ καταβάλῃς περισσοτέρους κόπους καὶ προσοχήν, διὰ να ἐπιτύχῃς τὴν σωτηρίαν, άφοῦ ἑξέλεξες νὰ ζήσῃς μέσα εἰς τὰς παγίδας καὶ τὸ κράτος τῶν δυνάμεων τῆς ἀποστασίας καὶ ἔχεις γύρω σου τοὺς έρεθισμοὺς τῶν ἁμαρτιῶν καὶ ἐξεγείρεις ὅλας τὰς αἰσθήσεις σου νύκτα καὶ ἡμέραν πρὸς τὴν ἐπιθυμίαν αὐτῶν. 

Γνώριζε λοιπὸν ὅτι δὲν θα άποφύγῃς τὴν πάλην πρὸς τὸν ἀποστάτην οὔτε θα τὸν νικήσῃς, χωρὶς νὰ καταβάλῃς πολλοὺς κόπους πρὸς τήρησιν τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν. Διότι πῶς θὰ ήμπορέσῃς να άρνηθῇς τὴν μάχην πρὸς τὸν ἐχθρόν, ἑνῷ ζῇς μέσα εἰς τὸ σκάμμα τῆς μάχης;...

Μή ἐπαναπαυθῇς σύ, πού ἑπροτίμησες τόν γάμον...
Ἅγιος Βασίλειος ο Μέγας (Λόγος Ασκητικός A΄ ΕΠΕ 8, σελ, 97-99)


Η αληθινή θεολογία ~ Φώτης Κόντογλου

   
 Η αληθινή θεολογία
Φώτης Κόντογλου

δῶ στήν Ἑλλάδα, ὄχι μοναχά δέν διαβάζουμε, ἀλλά κἂν δέν ξέρουμε ἂν ὑπάρχουνε οἱ μυστικοί Πατέρες πού φωτίσανε τήν Ὀρθοδοξία... 

Γιά τούς θεολόγους ἡ Ὀρθοδοξία κατάντησε μία κούφια λέξη, ἀφοῦ ἡ μυστική οὐσία τῆς τούς εἶναι ἄγνωστη, ὅπως κι᾿ ἡ παράδοσή τους. 

Οἱ δικοί μας θεολόγοι παίρνουνε τά φῶτα ἀπό τή Δύση, γιατί ἐκεῖ ἡ θεολογία ἔχει γίνει ἐπιστήμη, κ᾿ ἡ ματαιοδοξία τους κολακεύεται ἀπ᾿ αὐτό τό πράγμα. 

Ἡ πίστη, γι᾿ αὐτούς, δέν ἔχει καμμιά σημασία. Θά μοῦ πῆτε, «θεολογία χωρίς πίστη, γίνεται;» Μά κ᾿ ἐγώ σᾶς ρωτῶ, μέ τήν ἴδια ἀπορία, «γίνεται θεολογία χωρίς πίστη;»

Ὡστόσο, στὶς Δυτικὲς χῶρες καὶ στὴν Ἀμερική, πολὺς κόσμος ἔχει στραφεῖ πρὸς τὴν Ὀρθοδοξία, ἀπὸ τὴ δίψα τῆς ἀληθείας. Στὴν Ἑλλάδα, μοναχὰ λιγοστοὶ ἄνθρωποι καὶ κάποιοι παλιοημερολογίτες διαβάζουνε τὰ βιβλία τῶν Πατέρων, ἐκτὸς τοῦ Βασιλείου καὶ τοῦ Χρυσοστόμου, ποὺ τοὺς παίρνουνε οἱ θεολόγοι γιὰ ρήτορας καὶ γιὰ φιλολόγους τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς γλώσσας. Τὰ βιβλία τῶν μυστικῶν Πατέρων δὲν ξανατυπώνουνται πιὰ καὶ καταντήσανε σπάνια.

Ἡ ἐπίσημη Ἐκκλησία τυπώνει προχειρολογήματα διάφορων νεωτεριστῶν θεολόγων, χωρὶς καμμιὰ οὐσία, ποὺ φανερώνουνε μοναχὰ τὴν ἀπίστευτη γύμνια ἐκείνων ποὺ τὰ γράφουνε. Μοναχὰ τώρα τελευταῖα ἄρχισε νὰ τυπώνει ἡ Ἀποστολικὴ Διακονία τὴν Πατρολογία τοῦ Μigne. Μὰ κι᾿ αὐτὴ ἡ ἔκδοση εἶναι γιὰ τοὺς θεολόγους, κι᾿ ὄχι γιὰ τοὺς πιστούς, ἀφοῦ εἶναι τυπωμένη στὴν ἀρχαία γλώσσα.

Ἐκτὸς ἀπ᾿ αὐτό, ἡ ἔκδοση τῆς Πατρολογίας δὲν ἔχει καμμιὰ βαθύτερη δικαίωση, μὲ τὸ δυτικὸ χαρακτήρα ποὺ ἔχει ἡ γενικὴ μόρφωση τῶν θεολόγων μας, ποὺ δὲν ἔχουνε καμμιὰ βαθύτερη γνώση τῆς οὐσίας τῆς Ὀρθοδοξίας, οὔτε καὶ τῆς παράδοσής μας. Ἔτσι κι᾿ αὐτὴ ἡ ἔκδοση καταντᾶ ἕνα γεγονὸς χωρὶς βαθύτερη σημασία, ἀφοῦ δὲν ὑπάρχει τὸ κατάλληλο ὀρθόδοξο χῶμα γιὰ νὰ ριζοβολήσει...

Στὸ νὰ στραφοῦνε οἱ Δυτικοὶ κι᾿ οἱ Προτεστάντες στοὺς Πατέρες τῆς Ὀρθοδοξίας, συντελέσανε πολὺ οἱ Λευκορῶσοι θεολόγοι, ποὺ σκορπίσανε στὶς διάφορες χῶρες καὶ φωτίσανε τὶς ψυχὲς μὲ τὰ σοφὰ κηρύγματά τους, μὲ τὴν ἀρετὴ τῆς ζωῆς τους, καὶ μὲ τὴν τυπικὴ εὐσέβειά τους. Ἐνῶ οἱ κληρικοὶ ποὺ στέλνουμε ἐμεῖς στὶς διάφορες παροικίες, εἶναι οἱ πιὸ ἀνίδεοι στὸ τί θὰ πεῖ Ὀρθοδοξία, κι᾿ οἱ ἐκκλησίες μας στὸ ἐξωτερικὸ δὲν ἔχουνε κανέναν θρησκευτικὸ προορισμό, ἀλλὰ ἔχουνε καταντήσει κέντρα κοινωνικῆς συγκεντρώσεως τῶν ὁμογενῶν κάθε Κυριακή.

Ἔτσι, ἡ Ὀρθοδοξία, δηλαδή ἡ πρώτη κι᾿ ἀπαραμόρφωτη μορφή τῆς Ἐκκλησίας, ἔγινε πάλι τό στήριγμα ὅλων τῶν ἀνθρώπων πού ζητᾶνε λιμάνι σωτηρίας κι᾿ ὁ κανόνας τῆς χριστιανικῆς πίστης....

Στὴν Εὐρώπη καὶ στὴν Ἀμερικὴ ἔχουνε μεταφρασθεῖ, ἕως τώρα, σὲ διάφορες γλῶσσες ἡ Φιλοκαλία, τὸ μέγα καὶ θαυμαστὸ αὐτὸ βιβλίο, ποὺ στὴν Ἀθήνα τὸ βρίσκει κανένας μοναχὰ στὶς συλλογὲς τῶν βιβλιοφίλων νὰ κάθεται στὸ ράφι ἄχρηστο, σὰν κανένα ἀρχαιολογικὸ ἀντικείμενο, ὁ Εὐεργετινός, οἱ ἐπιστολὲς τοῦ ἁγίου Βασιλείου καὶ κάποιων ἄλλων Πατέρων, οἱ λόγοι Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου, μερικὰ ἀπὸ τὰ ἔργα τοῦ μαθητοῦ του Νικήτα Στηθάτου, καὶ κάποια ἄλλα.

Ἐμεῖς, ἀλλοίμονο, τυρβάζομεν περὶ τοῦ πὼς θὰ φανοῦμε ἐπιστημονικοὶ καὶ 
εὐρωπαϊκότεροι ἀπὸ τοὺς Εὐρωπαίους.... 

Μοναχὰ κανένας «θρησκόληπτος», καθυστερημένος κατὰ τοὺς νεωτεριστὰς αὐτοὺς παπαγάλους, διαβάζει τέτοια βιβλία. Οἱ λόγοι τοῦ ἁγίου Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου εἶναι μεταφρασμένοι στὰ Γαλλικά, στὰ Γερμανικά, στὰ Ἐγγλέζικα, ἐκτὸς ἀπὸ τὰ Ρωσικά, ποὺ ἔχουνε μεταφρασθεῖ ἀπὸ τὸν καιρὸ ποὺ πρωτοτυπωθήκανε στὰ Ἑλληνικὰ ἀπὸ τ᾿ ἀρχαῖα χειρόγραφα. Στὴν ἁπλὴ ἑλληνικὴ γλώσσα ὑπάρχει μία θαυμάσια μετάφραση καμωμένη μὲ εὐλάβεια «παρὰ τοῦ πανοσιολογιωτάτου Διονυσίου Ζαγοραίου, τοῦ ἐνασκήσαντος ἐν τῇ ἐρημονήσῳ τῇ καλουμένῃ Πιπέρι, ἀπέναντι τοῦ ἁγίου Ὄρους», τυπωμένη στὴ Σύρα στὰ 1886.

Ποῦ νὰ καταδεχτοῦμε, ἐμεῖς, νὰ διαβάσουμε τέτοια πράγματα, μεταφρασμένα μάλιστα ἀπὸ ἕναν ἀγράμματο καλόγερο, ποὺ καθότανε κ᾿ ἔγραφε ἀπάνω σὲ κάποιον βράχο, στὸ ρημονήσι Πιπέρι, μαζὶ μὲ τοὺς γλάρους; Ἐμεῖς διαβάζουμε τοὺς σοφοὺς καὶ ἀξιοπρεπεῖς καθηγητάδες ποὺ γράφουνε καθισμένοι στὶς πολυθρόνες, στὰ Παρίσια καὶ στὰ Βερολίνα! Δὲν ἀκοῦμε τί λέγει ὁ Θεὸς μὲ τὸ στόμα τοῦ Προφήτη:

«Ἐπί τίνα ἐπιβλέψω, ἀλλ᾿ ἐπί τόν ταπεινόν καί ἡσύχιον καί τρέμοντά μου τούς λόγους;» 

Ποῦ νά ὑποπτευθοῦμε τό μυστικό πλοῦτο πού κρύβεται μέσα σέ τέτοιες ἁγίες ψυχές....

Λοιπόν, αὐτὴ ἡ μετάφραση δὲν ξανατυπώθηκε ἀπὸ τότε στὴν Ἑλλάδα, ποὺ τυπώνεται κάθε λογῆς ἀνοησία, πρᾶγμα ποὺ φανερώνει σὲ τί πνευματικὸ σκοτάδι βρισκόμαστε, κληρικοὶ καὶ λαϊκοί. Ἀπὸ τὴν προκοπὴ ποὺ ἔχουμε, βάλαμε «τὸν λύχνον ὑπὸ τὸν μόδιον», κι᾿ ἀπάνω στὸ λυχνοστάτη βάζουμε τὶς τυπωμένες βαθυστόχαστες ἀνοησίες ποὺ ἀνάφερα, καὶ περιμένουμε νὰ μᾶς φωτίσουνε...

Τοὺς βαθύτερους μυσταγωγούς, ποὺ φανήκανε στὸν κόσμο, τοὺς ἔχουμε ἄξιους νὰ τοὺς διαβάζει μοναχὰ κανένας ἀγράμματος παλιοημερολογίτης. Ἡμεῖς, οἱ ἔξυπνοι κι᾿ οἱ συγχρονισμένοι, βάλαμε τὴν ἐξυπνάδα μας καὶ μέσα στὰ μυστήρια τῆς θρησκείας, κι᾿ ἀγαπᾶμε τὰ μεγάλα λόγια καὶ τὰ ἐπιστημονικά, τί λέγει ὁ τάδε ἄθεος γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ γιὰ τὴ θρησκεία του, ἢ κανένας καμουφλαρισμένος θεομπαίχτης, ἐπειδὴ αὐτὰ δίνουνε τροφὴ στὸν ἐγωισμό μας. Καὶ βουλώνουμε τ᾿ αὐτιά μας γιὰ νὰ μὴν ἀκούσουμε τὸν ἀπόστολο Παῦλο ποὺ φωνάζει:

«Οὐχί ἐμώρανεν ὁ Θεός τήν σοφίαν τοῦ κόσμου τούτου;»

Ἀλλά, κοντὰ στοὺς χαλασμένους αὐτοὺς ποὺ λέγω, ὑπάρχουνε καὶ πλῆθος ἄνθρωποι ποὺ νοιώθουνε βαθειὰ τὴν οὐσία τῆς θρησκείας μας, τὴ μεγάλη σημασία τῆς λατρείας καὶ τῆς ἱερῆς παράδοσής μας. Γιὰ ὅσους ἀπ᾿ αὐτοὺς δὲν ἔχουνε πατερικὰ βιβλία, σὰν αὐτὰ ποὺ εἴπαμε παραπάνω, κ᾿ εἶναι σχεδὸν ὅλοι οἱ Ἕλληνες, γιατὶ ἡ ἀδιαφορία ἐκείνων ποὺ εἶναι βαλμένοι γι᾿ αὐτὴ τὴ δουλειά, στέρησε τὸν κόσμο ἀπὸ τέτοια ἄφθαρτη κι᾿ ἅγια θροφή, θὰ προσπαθήσω μὲ τὶς μικρὲς δυνάμεις μου νὰ τοὺς μεταδώσω ὅ,τι μπορέσω ἀπὸ τοὺς περιφρονημένους αὐτοὺς προγονικούς μας θησαυρούς.

Ἀφοῦ οἱ θεολόγοι γινήκανε φιλόσοφοι κ᾿ ἐπιστήμονες, ἂς γίνουμε θεολόγοι ἡμεῖς, δίχως ἄλλο ἐφόδιο, παρά μοναχά τήν πίστη μας, κατά τά βαθυστόχαστα λόγια τοῦ ἁγίου Νείλου, πού λέγει: 

«Εἰ ἀληθῶς προσεύχῃ, θεολόγος εἶ».
 «Ἂν προσεύχεσαι ἀληθινά, εἶσαι θεολόγος»...

Η αληθινή θεολογία
Φώτης Κόντογλου
ἀπό τό βιβλίο «Ασάλευτο Θεμέλιο», 
εκδόσεις Ἀκρίτας, 1996