Τρίτη 24 Μαρτίου 2020

Ο θρύλος του 1821 Νικηταράς ο Τουρκοφάγος και ο αδερφός του άγιος Νεομάρτυρας Ιωάννης Τουρκολέκας.

Ο νεομάρτυρας και παιδομάρτυρας Άγιος Ιωάννης ο Τουρκολέκας γεννήθηκε το 1805 μ.Χ. στο χωριό Τουρκολέκα Αρκαδίας. Η οικογένεια του διακρινόταν για την ευλάβεια τον Θεό, για την αγάπη προς την πατρίδα και για τον ηρωισμό της.

Πατέρας του ήταν ο Σταματέλος Σταματελόπουλος-Τουρκολέκας, ονομαστός αγωνιστής της περιοχής Λεονταρίου και μητέρα του, η αδελφή της συζύγου του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, Σοφία. 

Μεταξύ των τεσσάρων του αδελφών διακρινόταν ο γνωστός οπλαρχηγός Νικήτας, γνωστός ως Νικηταράς (ο τουρκοφάγος) και ο διδάσκαλος της πολεμικής τακτικής ευπαίδευτος λοχαγός Νικόλαος.

Το 1816 μ.Χ. ο Ιωάννης, 11 χρονών τότε, μαζί με τον πατέρα του και τον Αναγνώστη, γιό του αγωνιστή του Πάρνωνα Ζαχαριά, ενώ ταξίδευαν για τα Κύθηρα, λόγω θαλασσοταραχής βρέθηκαν στη Νεάπολη της Λακωνίας. Ο Αγάς της περιοχής Χουσεΐν, με δόλο τους συνέλαβε και τους έστειλε στην ανωτέρα Τουρκική αρχή της Μονεμβασίας. Εκεί οι συλληφθέντες φυλακίστηκαν στο κάστρο της.

Στη συνέχεια ο άρχοντας της Μονεμβασίας ζήτησε οδηγίες από τον Βοεβόδα του Μυστρά, ο οποίος διέταξε να αποκεφαλιστούν και οι τρεις φυλακισμένοι. Πρώτα αποκεφαλίστηκαν ο Αναγνώστης και ο πατέρας του Αγίου.


Για την ομολογία, το μαρτυρικό τέλος και το θαυμαστό σημείο, που έδωσε ο Θεός, μετά τον αποκεφαλισμό του παιδομάρτυρα, γράφει, σχετικά ο αδελφός του Αγίου, ο Νικηταράς: 

«Στον αδελφό μου πρότειναν ν’ αλλάξει την πίστη του. Του δείχνουν τον σκοτωμένο πατέρα του και του λέγουν κάθησε να σε κάνουμε Τούρκο. Τότε το παιδί κάνει το σταυρό του και τους απαντά: θα πάω κι εγώ εκεί που πάει ο πατέρας μου. Του ξαναλέγουν· γίνε Τούρκος. Το παιδί όμως ξανακάνει το σταυρό του. Έγινε από το αίμα του σταυρός. Πήραν τα κεφάλια τους στην Τριπολιτσά».

Η σφαγή και των τριών έγινε στις 16 Όκτωβρίου 1816 μ.Χ., έξω από τον Ιερό Ναό του «Ελκομένου Χριστού» στην πάλαια Μονεμβασία. Εκεί, στο δάπεδο της αυλής του Ναού, το αίμα του παιδομάρτυρα και νεομάρτυρα Ιωάννη, σχημάτισε Σταυρό και έτσι αποκαλύφθηκε η ένδοξη είσοδος του Αγίου στη Βασιλεία του Θεού και η ένταξή του στη χορεία των Μαρτύρων.

Οι κεφαλές, του νεομάρτυρα Ιωάννη, του πατέρα του και του Αναγνώστου εστάλησαν στον Πασά της Τριπόλεως, τα δε σώματα τους ετάφησαν στην Μονεμβασία, και μέχρι σήμερα παραμένει άγνωστος ο τόπος της ταφής και των κεφαλών και των σωμάτων τους.

Το σημείο του Σταυρού, το οποίο στο δάπεδο της αυλής του Ναού σχημάτισε το μαρτυρικό και αγνό αίμα του Αγίου Ιωάννη, έγινε πηγή συριγμού των υποδούλων χριστιανών Ελλήνων και τόπος ιερού προσκυνήματος των πιστών.

Ναός του Αγίου υπάρχει στο χωριό που γεννήθηκε και μεγάλωσε.



Ο Νικήτας Σταματελόπουλος ή πιο γνωστός Νικηταράς ήρωας από τους λίγους της Επαναστάσεως του 1821, πέθανε στην (ψάθα) ζητιανεύοντας στα σοκάκια του Πειραιά.

Η αρμόδια αρχή η οποία χορηγούσε τις θέσεις στους επαίτες, είχε ορίσει για τον ήρωα- επαίτη μια θέση κοντά στο σημείο όπου βρίσκεται σήμερα η εκκλησία της Ευαγγελίστριας και του επέτρεπε να επαιτεί κάθε Παρασκευή!

Ήταν τόση η φτώχεια του σχεδόν τυφλού πλέον στρατηγού- η πολιτεία δεν του είχε δώσει σύνταξη- ώστε δεν είχε χρήματα ούτε για να αγοράσει ψωμί για την άρρωστη γυναίκα του- εκείνος μπορούσε να αντέξει την πείνα περισσότερο-.

Η περιπέτεια του ήρωα έφθασε στα αυτιά πρέσβη Μεγάλης Δύναμης, ο οποίος ενημέρωσε σχετικά την κυβέρνησή του. Έτσι κάποια στιγμή απεσταλμένος της πρεσβείας βρέθηκε στη θέση που ζητιάνευε ο στρατηγός.

Μόλις ο Νικηταράς τον τον αντιλήφθηκε μάζεψε αμέσως το απλωμένο του χέρι!

- Τι κάνετε στρατηγέ μου; Ρώτησε ο απεσταλμένος.

- Απολαμβάνω την ελεύθερη πατρίδα! Απάντησε περήφανα ο ήρωας.

- Μα εδώ την απολαμβάνετε καθισμένος στο δρόμο;

- Η πατρίδα μου έχει χορηγήσει σύνταξη για να ζω καλά αλλά εγώ έρχομαι εδώ για να παίρνω μια ιδέα πώς περνάει ο κόσμος. αντέτεινε ο περήφανος Νικηταράς.

Είδε και απόειδε ο ξένος και γύρισε να φύγει χαιρετώντας ευγενικά.

Φεύγοντας όμως, άφησε να του πέσει ένα πουγγί με χρυσές λίρες ώστε να μην προσβάλει τον πάμφτωχο στρατηγό.

Ο Νικηταράς άκουσε τον ήχο, έπιασε το πουγγί το ψηλάφισε και φώναξε στον ξένο: - Σου έπεσε το πουγγί σου. Πάρ' το για να μην το βρει κανείς και το χάσεις!...

Μακάρι τέτοια παραδείγματα να γίνουν και σήμερα φωτεινοί φάροι στη δύσκολη πορεία μας και έξοδος στα αδιέξοδα...





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου