Τρίτη 16 Οκτωβρίου 2018

Πανθρησκεία καί Ὁμολογία ~ πρωτοπρ. Ιωάννης Φωτόπουλος

Πανθρησκεία καί  Ὁμολογία
Πανθρησκεία και Ὁμολογίες ἁγίων Νεομαρτύρων
Πρωτοπρ. Ιωάννης Φωτόπουλος

(Το κείμενο του πατρός Ιωάννου γράφτηκε το 2002, ωστόσο θεωρήσαμε ωφέλιμο να ξαναπαρουσιαστεί και διαβαστεί, μιας και τώρα, μετά από τόσα αντ-ορθόδοξα και αντι-κανονικά που έχουν στο μεταξύ μεσολαβήσει, καθίσταται πιο επίκαιρο από ποτέ...)

ΟΜΟΛΟΓΙΑ

Ἂν καὶ τὰ ἀκόλουθα λόγια του π. Ἐπιφανίου ἀπευθύνονταν στὸν Πατριάρχη Ἀθηναγόρα, λόγω τῶν οἰκουμενιστικῶν ἀνοιγμάτων του, διατηροῦν μία διαχρονικὴ ἀξία. Ἀκόμη καὶ σήμερα ἀπευθύνονται σὲ ὅσους ἐκκλησιαστικοὺς ἄρχοντες ἐνδίδουν στὴν πανθρησκειακὴ λαίλαπα. Οἱ λόγοι αὐτοὶ ἐκφράζουν τὸ Ὀρθόδοξο φρόνημα τῶν πιστῶν, πάντοτε ἀδυνάτων γιὰ τὰ κοσμικὰ κριτήρια, ἀλλὰ ἀποφασισμένων νὰ ἀντισταθοῦν ἕως θανάτου σὲ κάθε παραχάραξη τῆς Πίστεως ποὺ πάντοτε ὑποστηρίζεται ἀπὸ τὴν κοσμικὴ ἐξουσία:

«...Καλόν εἶναι πάντως νά γνωρίζητε ὅτι ὅσοι ἔχονται στερρῶς τῶν πατρώων παραδόσεων, Κληρικοί καί λαϊκοί,... τή εἰκόνι τή χρυσή του ἐπαράτου “Οἰκουμενισμού”, ἢν ἐστήσατε ἐν πεδίω Δεηρά, οὐ προσκυνήσουσι, κάν κάμινος ἑπταπλασίως ἐκκαυθῆ “στυππίω καί κληματίδι καί νάφθη καί πίσση", καν λάκκος ἑτοιμασθῆ λεόντων».

(Ἀγάπη καὶ Ἀλήθεια, Ἐπιστολὴ πρὸς τὸν Οἰκουμενικὸν Πατριάρχην, ἐν Ἀρχιμ. Ἐπιφανίου Ι. Θεοδωροπούλου Ἄρθρα-Μελέται-Ἐπιστολαί. Ἀθῆναι 1981, σ. 154). 

Ἀπροκάλυπτη προπαγάνδα τῆς Πανθρησκείας.
(Διακήρυξη Κληρικῶν καὶ Μοναχῶν)


Ἡ τραγικὴ πτώση τῶν διδύμων πύργων τῆς Νέας Ὑόρκης ποὺ συμπαρέσυρε στὸ θάνατο χιλιάδες ἀθώους πολίτες τῶν Η.Π.Α. φαίνεται ὅτι ἀποτελεῖ ὁριακὸ σταθμὸ στοὺς σχεδιασμοὺς τῶν ἀρχιτεκτόνων τῆς «Νέας Ἐποχῆς». Ἀμέσως μετὰ ἀκολούθησε ἡ πτώση τῶν τειχῶν ἀνάμεσα στὶς μέχρι τώρα διαφοροποιημένες στὴ διδασκαλία καὶ στὴν ἐν γένει ζωὴ θρησκεῖες.

Τὸ ἄκρως ἀνησυχητικὸ εἶναι ὅτι ὀρθόδοξοι Ἱεράρχες ἐνεπλάκησαν στοὺς παγκοσμιοποιητικοὺς σχεδιασμούς, οἱ ὁποῖοι ἀκυρώνουν τὴ μοναδικότητα τῆς θεανδρικῆς πρὸσωπικότητος τοῦ Σωτῆρος μᾶς Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας Του καὶ τῆς μετέπειτα θεανθρωπίνης Παραδόσεως.

Λύπη μᾶς προξένησε ἡ πρωτοβουλία τοῦ Παναγιωτάτου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου καὶ τοῦ προέδρου τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἐπιτροπῆς κ. Πρόντι νὰ συνέλθουν οἱ ἐκπρόσωποι τῶν τριῶν θρησκειῶν Χριστιανισμοῦ, Ἰουδαϊσμοῦ καὶ Μουσουλμανισμοῦ στὶς Βρυξέλλες στὶς 19 καὶ 20 Δεκεμβρίου 2001. Τὸ κοινὸ Ἀνακοινωθὲν ὄζει πανθρησκειακὴς νοοτροπίας ἀσυμβίβαστης μὲ τὴν ὀρθόδοξη ἐν Χριστῷ ἀλήθεια, ἡ ὁποία συμπνίγεται μέσα στοὺς νέους στόχους «τῶν ἐξοικειώσεων» καὶ τῶν κοινῶν στοιχείων «τῶν ἡμετέρων μονοθεϊστικῶν Θρησκειῶν» τῆς Νέας Ἐποχῆς.

Στὸ κοινὸ Ἀνακοινωθὲν προτείνεται ἐπίσης «ἡ ἀφαίρεσις ἐκ τῶν διδακτικῶν ἐγχειριδίων πασῶν τῶν δηλώσεων ἢ ἀναφορῶν εἰς προκαταλήψεις τῶν πολιτιστικῶν παραδόσεων καὶ τῶν ἐθνικῶν ὁμάδων». Στὴν ἐπίσκεψή του στὸ Ἰρᾶν ὁ Οἰκουμενικὸς πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος ὁμίλησε ἀπερίφραστα γιὰ τὴν ἱερότητα καὶ ἰσότητα τῶν «Ἱερῶν Γραφῶν», δηλαδὴ τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ τοῦ Κορανίου.

Κορύφωση τῶν μέχρι σήμερα πανθρησκειακῶν ἐκδηλώσεων ἀποτελεῖ ἡ συνάντηση τῆς Ἀσίζης. Ἐκεῖ ἐπὶ θρόνου ὑψηλοῦ καὶ ἐπηρμένου προεβλήθη γιὰ ἄλλη μία φορὰ ὁ Πάπας ὡς ἀρχηγὸς τῆς Πανθρησκείας. Μὲ πρόσκληση τοῦ Πάπα διακόσιοι περίπου ἀρχηγοὶ καὶ ἐκπρόσωποι ὅλων τῶν Θρησκειῶν συναντήθηκαν στὴν παραπάνω ἰταλικὴ πόλη, ἀντήλλαξαν ἀγαπητικοὺς ἀσπασμούς, συμπροσευχήθηκαν καὶ συνέταξαν κοινὸ Ἀνακοινωθὲν πανθρησκειακὴς νοοτροπίας.



Ἐμφανῶς, βέβαια, ἀποφεύχθηκε ἡ συμπροσευχὴ μὲ ἐτεροθρήσκους, μολονότι ὁρισμένες πράξεις ἐνέχουν λατρευτικὸ χαρακτήρα. Τί νὰ ἐσήμαινε ἄραγε ἡ προσφορὰ φωτὸς ἀπὸ ὅλους σὲ κοινὸν κηροστάσιον; Κατεδάφιση πάντως τῶν ἐκκλησιολογικῶν ὁρίων ἀποτελεῖ γιὰ τοὺς Ὀρθοδόξους ἡ συμπροσευχὴ μὲ τοὺς διαπιστωμένους αἱρετικοὺς ἑτεροδόξους, ἀπαγορευμένη ἀπὸ τοὺς Ἀποστολικοὺς ἱεροὺς κανόνες καὶ ἐκείνους τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων.

Ὑποτιμητικὴ γιὰ ὅλους καὶ ἀκατανόητη μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ ἡ δήλωση τοῦ Ἐπισκόπου Ἀχαΐας κ. Ἀθανασίου, Διευθυντοὺ τοῦ Γραφείου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος στὶς Βρυξέλλες, ποὺ καταχωρεῖται στὸ παπικὸ περιοδικὸ Avennire. Ἐκεῖ ὁ θεοφιλέστατος, μεταξὺ ἄλλων παρομοίων ἐκτιμήσεων, θεωρεῖ τὸν Μακαριώτατο Ἀρχιεπίσκοπο κ. Χριστόδουλο καὶ τὴν περὶ αὐτὸν Σύνοδο δέσμιους τῶν ἀπληροφόρητων Χριστιανῶν τῆς Ἑλλάδος καὶ τῶν φανατικῶν ἢ φονταμενταλιστικῶν της ὁμάδων. Γι’ αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος —ὑποστηρίζει ὁ ὡς ἄνω Ἱεράρχης— δὲν μετέσχε στὸ πανθρησκειακὸ σόου τῆς Ἀσσίζης.

Προανάκρουσμα πανθρησκειακὸ τῶν ἀνωτέρω ἐκδηλώσεων ὑπῆρξε κυρίως τὸ βιβλίο τοῦ Olivier Clement «Ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς» (ἐκδόσεις Ἀκρίτας), καὶ οἱ δηλώσεις τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Γαλλίας κ. Ἱερεμίου ποὺ βρίσκονται στὸ ἴδιο βιβλίο. Πολὺ προκλητικὰ ὁ οἰκουμενιστὴς νεορθόδοξος Clement στὸ βιβλίο τοῦ ὑποστηρίζει ὅτι «οἱ ἀναζητήσεις τῆς Νέας Ἐποχῆς μᾶς παραπέμπουν στὴν ὑψηλὴ θεολογία (ἐξ ὁρισμοῦ νηπτική) της Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας» (σέλ. 281 -282) .Ἔτσι ἐξισώνεται ὁ νεοεποχίτικος διαλογισμὸς μὲ τὴν ὀρθόδοξη προσευχή.

Σ’ αὐτὴν τὴν ἁλυσίδα τῶν πανθρησκειακῶν συνευρέσεων ἐντάσσονται ἡ αἰφνιδίως ἀνακοινωθεῖσα πανθρησκειακὴ συνάντηση τῆς Κύπρου, περὶ τὰ μέσα Μαρτίου καὶ ἡ προγραμματισμένη ἀπὸ τὴ Διαρκῆ Ἱερὰ Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος διαθρησκειακῆ συνάντηση τῶν Ἀθηνῶν γιὰ τὸ Σεπτέμβριο τοῦ 2002. (Μὲ ἀπόφαση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας μᾶς ματαιώθηκε ἡ Διαθρησκειακὴ συνάντηση τῶν Ἀθηνῶν.) Τὸ πρωτόγνωρο αὐτὸ γεγονὸς γιὰ τὴν ὀρθόδοξη Ἑλλάδα ἐπιτείνει τὴν ἀγωνία τοῦ πιστοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν πορεία τῆς Ἐκκλησίας μας.

Ἐν ὄψει τῶν ἀνωτέρω ἐξελίξεων οἱ αὐτουργοὶ τῆς πανθρησκείας ὁδηγοῦνται μόνοι τους στὴν ἀποκοπή τους ἀπὸ τὸ Σῶμα τῆς Ἁγίας Ὀρθοδοξίας μας, τὸ ὁποῖο οὐδέποτε ἀπὸ τῆς ἐποχῆς τῶν Ἀποστόλων ἐγνώρισε παρόμοια ἀποστασία. 

Εἶναι ἀδύνατον πλέον οἱ ὀρθόδοξοι Ἱεράρχες, πρεσβύτεροι, διάκονοι καί ὁ λαός τοῦ Θεοῦ να πείθονται εἰς ἡγουμένους, πού ὄχι μόνον δέν ἀγρυπνοῦν γιά τή σωτηρία, ἀλλά ὁδηγοῦν στήν ἀπώλεια.

Ἡ σωτηρία κάθε ἀνθρωπίνου προσώπου ἀλλά καί τοῦ Σύμπαντος κόσμου δέν μπορεῖ νά πραγματοποιηθεῖ μέ τό ἀνακάτεμα ὅλων τῶν θρησκειῶν σέ μία πανθρησκεία ἀλλά στήν διά τῆς μετανοίας ἕνωση ὅλων μας μέ τό μοναδικό θεανδρικό πρόσωπο τοῦ Κυρίου μᾶς Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐν τή Ὀρθοδόξω Ἐκκλησία Του, ἐκτός της ὁποίας δέν ὑπάρχει σωτηρία.

(Ἀκολουθοῦν 77 ὑπογραφὲς Καθηγουμένων, Ἀρχιμανδριτῶν, Ἱερομονάχων, Πρωτοπρεσβυτέρων, Πρεσβυτέρων καὶ Ἱεροδιακόνων).

(Περιοδικὸ ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΗ Ἰαν.-Φεβρ. 2002, τεύχ. 22) 

Ὁμολογίες ἁγίων Νεομαρτύρων
(Βγαλμένες μέσα από τα συναξάρια...)


1. Προσευχὴ τοῦ Ἁγίου Γρηγεντίου Ἀρχιεπισκόπου Αἰθιοπίας 
γιὰ τοὺς Ἑβραίους, μὲ τὴν ὁποία ἀποδεικνύεται τὸ σκότος τῆς μονοθεϊστικῆς 
θρησκείας τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ.

Τότε ὁ μακάριος ὀλίγον μακράν του συνεδρίου ἀποχωρήσας ἐστάθη εἰς προσευχὴν καὶ κλίνας τὸ γόνυ μέχρι τῆς γὴς τρεῖς φορᾶς, καὶ σηκωθεῖς καὶ ἀπλώσας τὰς χείρας τοῦ εἰς τὸν οὐρανόν, ἐνῶ ὅλοι ἔβλεπον, εἶπεν ἐκ βάθους καρδίας:

«Ὁ φοβερὸς Λόγος τοῦ φοβεροῦ καὶ μεγάλου καὶ ἀοράτου Πατρός, ὁ πρὸ αἰώνων ἀπαθῶς καὶ ἀρρεύστως ἐξ αὐτοῦ γεννηθεῖς, οὐ ποιηθεῖς, ἐκ μόνου του ἀγεννήτου φωτὸς μόνος Μονογενὴς ἀποστράψας, ὁ δὶ αὐτοῦ τὸ κατ’ ἀρχὰς στερεώσας τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν, καὶ τῷ Πνεύματί σου τῷ ἁγίω θεμελιώσας καὶ στεγάσας ἐπὶ τῶν ὑδάτων ἑκάτερα, ὁ κλίνας οὐρανούς, καὶ καταβὰς ὡς ὑετὸς ἐπὶ πόκον, ἐπὶ τὴν Ἁγίαν Παρθένον Μαρίαν,


ὁ μαθητᾶς ἐαυτῶ ἐκ τῆς γὴς τῶν Ἑβραίων ἐκλεξάμενος, καὶ μεταμορφωθεῖς ἔμπροσθεν τῶν κορυφαίων ἐπὶ τοῦ ὅρους Θαβώρ, ὁ φρικτὰ σημεῖα καὶ τέρατα ἐν μέσω τῶν παρανόμων Ἰουδαίων ἐργασάμενος, Ἰησοῦ Χριστέ, παρακαλοῦμεν σὲ τὸν πανταχοῦ παρόντα, καὶ τὰ πάντα πληροῦντα, 

ἐλέησον τὰ ἐσκοτισμένα ταῦτα πλήθη (ἔνν. τῶν Ἑβραίων) καὶ ἐπισκίαζε αὐτὰ τὴ δυνάμει σου, καὶ ἀνοιξον τοὺς ζοφεροὺς ὀφθαλμοὺς αὐτῶν, οὖς ὁ διάβολος ἐξετύφλωσε, καὶ κατὰ τὸ πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν σου ἐμφάνισον σεαυτὸν τούτοις, ὅπως θεάσωνται σὲ προδήλως, καὶ πιστεύσωσιν εἰς σὲ τὸν μόνον ἀληθινὸν Θεόν, καὶ εἰς τὸν ἀποστείλαντα σὲ ἀληθινὸν Πατέρα, καὶ εἰς τὸ Πνεῦμα σου τὸ ἅγιον. Ἀμήν».


2. Διάλογος τοῦ ἐν Ἁγίοις πατρὸς ἠμῶν Γρηγεντίου Ἀρχιεπισκόπου
 Αἰθιοπίας μετὰ τοῦ Ἑβραίου νομοδιδασκάλου Ἐρβᾶν περὶ τῆς ἀληθοῦς πίστεως 
τοῦ Χριστοῦ, ἔκδοσις Βάσ. Στύλ. Ρηγοπούλου Θεσσαλονίκη, σελ.23

«Σεῖς μὲν οἱ Ἰουδαῖοι μὲ τὸ νὰ ὁμολογῆτε τὴν Θεότητα μονωτάτην, εἰς τὴν ἁπλότητα καὶ εἰς τὴν ἑνότητα ταύτης, τὴν ἀπορίαν καὶ τὴν πτωχείαν αὐτῆς ἑξαγγέλετε, εὐτελῶς καὶ ἀσθενῶς τὰ περὶ τῆς Θεότητος διατιθέμενοι καὶ ὑποστηρίζοντες·

καὶ οἱ ἕλληνες πάλιν προσκυνοῦντες τὰ ἄψυχα εἴδωλα καὶ πολλαπλασιάζοντες τὴν Θεότητα, ἤγουν αὐξάνοντες εἰς ἀριθμόν, ἐξ ἀνάγκης ἀφοσιούμενοι εἰς πολλοὺς Θεούς, οἵτινες ἐναντιοῦνται ὁ ἕνας πρὸς τὸν ἄλλον, εἰς τὴν ἀπάτην τῆς εἰδωλολατρίας κυλίονται. 

Ἠμεῖς δὲ οἱ Χριστιανοί, τριαδικὴν τὴν Θεότητα πιστεύοντες, ὑπέρμετρον αὐτὴν εἰς πλοῦτον καὶ δύναμιν κηρύττομεν, ἕνα Θεὸν τὸ τριαδικὸν κράτος ὁμολογοῦντες, καὶ τὴν ἰδικὴν σᾶς πτωχοθείαν καὶ ἐκείνων τὴν πολυθεΐαν ἐξ ἴσου ἀποκρούοντες, διαφεύγομεν».


3. Ὁμολογίες διαφόρων ἁγίων Νεομαρτύρων ποὺ ἀποδεικνύουν τὴν πλάνη 
καὶ τὸ σκότος τοῦ Μωαμεθανισμοῦ καὶ ἀντιτίθενται στὴ διακηρυσσομένη 
στὸ βιβλίο «Π.Ο.» κακοδοξία τῆς «κοινῆς μονοθεϊστικῆς 
προφητικῆς ἐμπειρίας» Ὀρθοδόξων-Μουσουλμάνων.

α) Ἐκ τοῦ μαρτυρίου τοῦ Ἁγίου νέου Ὁσιομάρτυρος Ὀνουφρίου τοῦ ἐν Χίω ἀθλήσαντος ἐν ἔτει 1818, 4η Ἰανουαρίου.

«...ἐγὼ μικρὸν παιδίον ὧν, ἀπὸ ἀγνωσίαν μου ἠρνήθην τὴν πίστιν τὴν χριστιανικὴν καὶ ὠμολόγησα τὴν ἰδικήν σας, πλὴν ποσῶς δὲν τὴν ἐλάτρευσα, ἀλλὰ πάντοτε χριστιανικῶς διεβίουν... ὄτε ὅμως ἦλθον εἰς ἡλικίαν, ἐγνώρισα τὸ κακόν, ὅπερ ἔκαμα, ἀρνηθεῖς τὴν ἁγίαν μου πίστιν καὶ θεωρῶν αὐτὸ ὡς πληγὴν θανάσιμόν της ψυχῆς μου, ἐγύρισα πολλοὺς τόπους διὰ νὰ τὴν ἰατρεύσω μὲ τὴν μετάνοιαν, παρακαλῶν τὸν Χριστὸν καὶ Θεόν μου, τὸν ποιητήν μου καὶ πλάστην, νὰ μοὶ συγχωρήση τὸ ἁμάρτημα.

Ἀλλὰ ποτὲ δὲν ἡσύχασαν οἱ λογισμοί μου, στοχαζομένου τὸ μέγεθος τοῦ ἁμαρτήματος τὸ ὁποῖον ἔπραξα, ἀρνηθεῖς τὴν πίστιν μου τὴν ἀληθινὴν καὶ ὁμολογήσας τὴν ἰδικὴν σᾶς τὴν ψευδῆ. Τώρα λοιπὸν ὁμολογῶ παρρησία ἔμπροσθεν ὑμῶν πάντων, ὅτι εἶμαι Χριστιανὸς καὶ ἀρνοῦμαι καὶ ἀναθεματίζω τὴν πίστιν σας. 

Καὶ ἐν ταυτῶ ἐκβαλῶν τὸ πράσινον σαρίκιον, τὸ ὁποῖον ἐφόρει, τὸ ἔρριψεν ἔμπροσθεν τῶν. Ἐκεῖνοι δὲ ἰδόντες τὸ τοιοῦτον τόλμημα ἔμειναν ἄφωνοι. Εἰς δὲ ἐμήρης, φιλότιμος ζηλωτὴς τῆς θρησκείας του, πρὶν ὁμιλήση ἄλλος τίς, εἶπεν εἰς τὸν μάρτυρα. Τί πράττεις ἄνθρωπε; Λάβε καὶ βάλε εἰς τὴν κεφαλήν σου αὐτὸ τὸ ἅγιον πράγμα. Ὁ δὲ μάρτυς ἀκούσας, ὅτι τὸ λέγει ἅγιον, λαβῶν ἀφορμὴν ἐκ τούτου, ἐξευτέλισε καὶ ἐξουθένωσεν αὐτό, λαλήσας πολλὰ κατὰ τοῦ Μωάμεθ, καθὼς ὕστερον ὁ καδὴς εἶπεν εἰς ἕνα οἰκιακόν του χριστιανόν, ὅσα οὔτε στόμα δύναται νὰ τὰ εἰπεῖ οὔτε αὐτίον νὰ τὰ ἄκουση...»  

(Συναξαριστὴς Νεομαρτύρων, Β’ ἔκδοσις, Ἐκδόσεις «Ὀρθόδοξος Κυψέλη», σ.224).

Ὁ Μάρτυς τοῦ Χριστοῦ ἀγανακτεῖ καί στό ἄκουσμα ἀκόμα ὅτι εἶναι «ἅγιο» τό πράσινο σαρίκι τῶν μουσουλμάνων, τό ποδοπατεῖ καί βρίζει τό Μωάμεθ. Τί θά ἔλεγε καί μέ τί... κοσμητικά ἐπίθετα θά μᾶς στόλιζε ἂν τοῦ μιλούσαμε γιά τή βίωση τοῦ «Ἁγίου» στό Ἰσλάμ καί γιά τά μαθήματα περί «ὑπερβατικότητος τοῦ Θεοῦ» καί «ψυχοσωματικῆς συμμετοχῆς στήν προσευχή», ποῦ πρέπει νά πάρουμε ἀπό τή δυσώδη Ἰσλαμική πίστη;...


β) Ἀπὸ τὸ μαρτύρων τοῦ Ἁγίου ἐνδόξου νέου Ὁσιομάρτυρος Εὐθυμίου τοῦ Πελοποννησίου, ἀθλήσαντος ἐν Κωνσταντινουπόλει (22 Μαρτίου 1814).

«Ἐξώμοσε μὲν ὁ Ἐλευθέριος (αὐτὸ ἦταν τὸ κοσμικὸ ὄνομα τοῦ μάρτυρος) ἀλλὰ ἡ χάρις ἀπὸ αὐτὸν παντελῶς δὲν ἀνεχώρησεν. Ὅθεν εὐρισκόμενος εἰς τοὺς ἀφορήτους πόνους τῆς περιτομῆς, ἐνθυμεῖτο πάλιν τὴν πάτριόν του θρησκείαν καὶ εὐσέβειαν, ἀναπολῶν εἰς τὸν νοῦν τὸ ὄνομα τοῦ γλυκυτάτου Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀναμιμνήσκετο τοῦ οὐρανίου πατρός, ὡς ὁ ἄσωτος υἱός.

Καὶ ἤθελε μὲν νὰ ἐπικαλεσθῆ τὴν θείαν αὐτοῦ βοήθειαν, ἂλλ’ ἐμποδίζετο καὶ δὲν ἠδύνατο, διότι ἔλαβε τὸ χάραγμα τῆς σφραγίδος τοῦ νοητοῦ ἀντιχρίστου καὶ εἰς τὴν δεξιάν του χείρα καὶ εἰς τὸ μέτωπον, καὶ δὲν ἐδύνατο οὔτε χείρας ὁσίας νὰ ἄρη εἰς τὸν οὐρανόν, οὔτε τὸν ἡγεμόνα νοῦν νὰ διευθύνη πρὸς τὸ τρισήλιον σέλας τῆς θεότητος.

Ὅθεν καταφεύγει εἰς μόνα τὰ δάκρυα, καὶ εὐθὺς ὄτε ἤκουσε τὸν ἀλέκτορα τῆς συνειδήσεως φωνούντα καὶ ἐλέγχοντα αὐτὸν διὰ τὸ τόλμημα τῆς ἐξωμόσεως, ἐξῆλθεν ἔξω μὲ τὸν νοῦν του, ἀπὸ τὴν αὐλὴν τῆς παρανόμου καὶ ἀθέου θρησκείας, εἰς τὴν ὁποίαν τότε εἶχεν εἰσέλθει, καὶ ἔκλαυσε πικρῶς ὡς ἄλλος Πέτρος. Τοσαύτα δὲ ἤσαν ἐκεῖνα τὰ δάκρυα, ὥστε θαρρῶ εἰπεῖν, ὅτι τὰ ἐδέχθη ὁ φιλοψύχος Ἰησοῦς καὶ ἀντεσήκωσε τὴν προλαβοῦσαν ἄρνησιν τοῦ Ἐλευθερίου...» 


Ἀργότερα ἐνώπιόν του κριτοῦ τῶν Ἀγαρηνῶν: 

«..ἐγώ, ἡγεμών, ἤμην χριστιανὸς ἐκ προγόνων. Ταῦτα δὲ τὰ ἐνδύματα, τὰ ὁποῖα φορῶ, μοὶ τὰ ἔδωκες σύ. Καὶ διὰ νὰ πιστοποιηθῆς ὅτι εἶμαι χριστιανός, ἰδοὺ ἕνα σταυρόν, ὅστις εἶναι σημεῖον, ὅτι μία ἡ ἀληθινὴ πίστις, ἡ τῶν χριστιανῶν.

Ἰδοὺ καὶ τὰ Βάϊα, τὰ ὁποία εἶναι καὶ αὐτὰ σημεῖα χριστιανικά, καὶ ἴνα βεβαιωθῆς περισσότερον, ἰδοὺ καταπατῶ τὸ σημεῖον τοῦτο τῆς ἀνόμου καὶ ἄθεου θρησκείας σου. Καὶ εὐθὺς ἐξέβαλε ἀπὸ τὴν κεφαλὴν τοῦ τὸ πράσινον σαρίκιον καὶ τὸ ἔρριψε κάτω ἐπὶ τοῦ βήματος καὶ τὸ κατεπάτησε. Καὶ ἀναθεματίζω, εἶπε, τὸν ἀντίχριστον Μωάμεθ τὸν προφήτην σας...» 

(Ἔνθα ἀνωτ. σ. 357-358 καὶ 374).

Εἶναι ἄραγε δυνατόν μέσα στή Μουσουλμανική «ἐμπειρία» τῆς πλάνης νά ἀντανακλᾶ ἔστω καί ἀποσπασματικά ἡ μορφή τοῦ Χριστοῦ, ὅταν ὁ Μωάμεθ ἀποκαλεῖται ἀπό τήν χριστιανική μαρτυρική ἐμπειρία «ἀντίχριστος» καί ὅταν ἡ μουσουλμανική περιτομή γίνεται ἐμπόδιο νά κάνει κάποιος τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ;...

γ) Ἀπὸ τὸ μαρτύριο τοῦ Ἁγίου Νεομάρτυρος Ἰωάννου τοῦ ἐξ Ἰωαννίνων τοῦ ἐν Κωνσταντινουπόλει μαρτυρήσαντος, 18 Ἀπριλίου 1526. 

Τί εἶπε ὁ ἅγιος στοὺς γείτονές του ποὺ τὸν πίεζαν νὰ τουρκέψει:

«...μὴ μοὶ γένοιτο ποτὲ νὰ πάθω τέτοιαν ἐγκατάλειψιν ἀπὸ τὸν Θεόν, ὥστε νὰ ἀρνήθηκα τὸν Χριστόν μου...ἀλλὰ μᾶλλον ἐγὼ μὲ τὸν Χριστόν μου ζῶ καὶ θέλω ζήσει, καὶ πρόθυμος εἶμαι νὰ ἀποθάνω δὶ αὐτόν. Καὶ πὼς εἶναι δυνατὸν νὰ ἀφήσω τὸν Χριστὸν τὸν πλάστην μου καὶ Θεόν, καὶ νὰ ἀκολουθήσω τὸν Μωάμεθ, ἄνθρωπον ἀγράμματον, πλασματολόγον καὶ πολέμιον τοῦ Χριστοῦ μου; δὶ ὁ καὶ μάλιστα ἀποστρέφομαι καὶ ἐκεῖνον καὶ τὴν πίστιν του. Καὶ εἰ τί θέλετε, κάμετε εἰς ἐμέ. Διότι ὅσον περισσότερα βάσανά μου δώσετε, τόσον περισσότερον καλὸν θέλει μου κάμετε...»  (ἔνθα ἀνωτ. σ.468).


4. Περὶ τῆς ἐκριζώσεως τῆς εἰδωλολατρίας 

Ἐκ τοῦ Βίου τοῦ Ὁσίου Πατρὸς ἠμῶν Πορφυρίου Ἐπισκόπου Γάζης

«...ἐχειροτονήθη Ἐπίσκοπος Γάζης ἀπὸ τὸν Ἀρχιεπίσκοπον Καισαρείας τῆς Παλαιστίνης Ἰωάννην. Ἀφοῦ λοιπὸν ἔγεινεν Ἐπίσκοπος πολλὰ θαυμάσια ἐποίησε καὶ πολλοὺς ἄπιστους εἰς θεογνωσίαν ἔφερεν. Ἔπειτα βλέπων τοὺς ἐπαρχιώτας τοῦ χριστιανούς, ὅτι ἠδικοῦντο ἀπὸ τοὺς ἐξουσιαστᾶς τῆς Γάζης, εἰδωλολάτρας ὄντας καὶ αἱρετικούς, ὑπῆγεν εἰς Κωνσταντινούπολιν πρὸς βοήθειαν τῶν ἀδικουμένων.

Ἀνταμώσας δὲ τὸν μέγαν Ἰωάννην τὸν Χρυσόστομον τὸν τότε Πατριάρχην τῆς Κωνσταντινουπόλεως, διηγήθη εἰς αὐτὸν τὰς ἀδικίας τῶν τῆς Γάζης ἐξουσιαστῶν, διὰ τὰς ὁποίας καὶ ἀνέβη εἰς Κωνσταντινούπολη. Ὅθεν ἐσυστήθη ὁ ἅγιος ὑπὸ τοῦ θείου Χρυσοστόμου πρὸς τὸν Κουβικουλάριον τοῦ βασιλέως, Ἀμάντιον ὀνόματι. 

Ἀπὸ δὲ τὸν Κουβικουλάριον μαθοῦσα ἡ βασίλισσα Εὐδοξία τὰς ὑποθέσεις τοῦ ἁγίου, ἐδέχθη μὲν αὐτὸν εὐμενῶς, ἀνέφερε δὲ τὰ περὶ αὐτοῦ εἰς τὸν βασιλέα, καὶ τὴν προφητείαν τοῦ ἁγίου περὶ τοῦ ἀρσενικοῦ παιδιοῦ, τὸ ὁποῖον ἔμελλον νὰ γεννήσωσιν. ἤγουν τὸν μικρὸν Θεοδόσιον... ἔπειτα γέννα ἡ βασίλισσα τὸν νέον Θεοδόσιον καὶ προσκαλεσαμένη τὸν ἅγιον Πορφύριον εὐλογήθη ἀπὸ αὐτὸν καὶ ὑπεσχέθη νὰ τελείωση ὅλα τὰ αἰτήματά του, διὰ τὰ ὁποία παρεκάλεσε καὶ τὸν βασιλέα.

Ὁ δὲ βασιλεὺς ἐδυσκολεύετο μὲν εἰς τὰς ἀρχάς, λέγων ὅτι δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ διωχθῶσιν ἀπὸ τὴν Γάζαν οἱ εἰδωλολάτραι καὶ αἱρετικοί, διὰ τὴν πολλὴν χρησιμότητα αὐτῶν καὶ βοήθειαν. Ἡ δὲ Βασίλισσα ἀπεκρίθη πρὸς αὐτόν, ὅτι βαρεία μὲν εἶναι ἡ αἴτησις αὔτη, ὢ Δέσποτα, βαρυτέρα ὅμως εἶναι καὶ ἡ ταύτης παραίτησις. Δία τοῦτο συγκατένευσε καὶ ὁ βασιλεὺς νὰ λὰβωσι τέλος τὰ ὑπὸ τοῦ ἁγίου ζητούμενα. Ὅθεν παρευθὺς ἐπέμφθησαν προσταγαὶ βασιλικαί, νὰ διωχθῶσιν ἀπὸ τὴν Γάζαν οἱ αἱρετικοὶ καὶ εἰδωλολάτραι, οἵτινες ἐξουσίαζον. 

Τότε ὁ μακάριος Πορφύριος, λαβῶν ἀπὸ τὴν βασίλισσαν δύο κεντηνάρια χρυσίον, διὰ νὰ κτίση Ἐκκλησίας, καὶ διακόσια νομίσματα δὶ’ ἔξοδα, ἐπέστρεψεν εἰς τὴν ἐπαρχίαν του. Καὶ τοὺς μὲν ἄλλους ναοὺς τῶν εἰδώλων κατεκρήμνισε, τοὺς δὲ αἱρετικοὺς ἐδίωξε, τὸν ναὸ τοῦ Θεοῦ τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ὀνομαζομένου Μαρνᾶ, κατέκαυσε, καὶ ἔκτισεν αὐτὸν Ἐκκλησίαν κατὰ τὸ σχῆμα τὸ ὁποῖον διώρισεν ἡ βασίλισσα Εὐδοξία.»  

(Ὁσίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα Μηνῶν τοῦ Ἐνιαυτοῦ, Τόμος Πρῶτος, Ἀνατύπωσις ὑπὸ Κ. Σπανοῦ, σ. 479-480)


5. Περὶ τῶν προσερχομένων ἐκ φόβου στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ καὶ περὶ
 «θρησκευτικῆς ἐλευθερίας».

Ἀπὸ τὴ δράση τοῦ Ἁγίου Πορφυρίου μετὰ τὴν καθαίρεση τῶν εἰδώλων.

Μετάφραση από το αρχαίο κείμενο:

«Πλησίαζαν δὲ πολλοὶ στὴν ἁγία πίστι, καὶ ἄλλοι μὲν ἀπὸ φόβο, ἄλλοι δὲ καταδικάζοντας τὴν προηγούμενη διαγωγή τους. Σὲ ὅλους δὲ ἄνοιγε τὶς πύλες ἡ ἁγία ἐκκλησία, διότι θυμόταν τὸ τῆς Ἁγίας Γραφῆς: «Τῷ κρούοντι ἀνοιγήσεται καὶ ὁ ζητῶν εὑρίσκει» καὶ πάλι: «εἴτε προφάσει εἴτε ἀληθεία Χριστὸς καταγγέλεται». Ἔλεγον δὲ καὶ μερικοὶ ἀπὸ τοὺς πιστοὺς στὸν ὅσιο ἐπίσκοπο, ὅτι δὲν πρέπει νὰ δέχεται αὐτοὺς ποὺ προσέρχονται ἀπὸ φόβο, ἀλλὰ ἀπὸ ἀγαθὴ διάθεσι.

Ὁ δὲ ὅσιος ἐπίσκοπος ἔλεγε σ’ ἐκείνους,
ποὺ ὑπεστήριζαν αὐτά. «Ὑπάρχουν καὶ ἀρετὲς ποὺ ἐπιβάλλονται στοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ τὶς περιστάσεις. Διότι ὅπως, ὅταν κάποιος ἔχει ἀποκτήσει ἕνα δοῦλο ἀχάριστο, πρῶτα τὸν νουθετεῖ μὲ κάθε τρόπο, γιὰ νὰ γίνει εὐγνώμων καὶ νὰ ἐξυπηρετῆ μὲ ἁπλὴ καρδιά, ἂν δὲ αὐτὸς δὲν πεισθῆ μὲ τὴν νουθεσία, τότε, κατ’ ἀνάγκη, τὸν φοβερίζει, τὸν δέρνει καὶ τοῦ ἐπιβάλλει δεσμὰ καὶ ἄλλα σωφρονιστικὰ μέτρα, μὴ θέλοντας νὰ τὸν χάση, ἀλλὰ θέλοντας νὰ τὸν σώση καὶ νὰ τοῦ μάθη τὸ σωστό. Τέτοιος δεχθῆτε ὅτι εἶναι κι ὁ Θεός. Μακροθυμεῖ στὴν ἀγνωμοσύνη μας, πολλὲς δὲ φορὲς μᾶς παρακινεῖ ἐκεῖνα ποὺ μᾶς συμφέρουν καὶ μὲ τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ μὲ ἄλλους ἅγιους ἀνθρώπους.

Ὅταν δὲ ἐμεῖς δὲν πειθώμεθα, θέλοντας μὲ κάθε τρόπο
σὰν ἀγαθὸς καὶ φιλάνθρωπος Κύριος νὰ μᾶς κερδίση καὶ νὰ μὴ μᾶς χάση, προκαλεῖ σὲ μᾶς τὸ φόβο Του καὶ τὴν παιδαγωγία Του, καλώντας μᾶς ἀναγκαστικὰ νὰ γνωρίσωμε τὸ πρέπον. Γι’ αὐτὸ ἡ Ἁγία Γραφὴ λέγει: «ὅταν τοὺς φόνευε, τότε τὸν ζητοῦσαν καὶ ἐπέστρεφον καὶ ξημερώνονταν προσευχόμενοι στὸν Θεό». Καὶ πάλι λέγει γι' αὐτοὺς ποὺ ἀπομακρύνονται ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ δυσανασχετοῦν. «Μὲ φίμωτρο καὶ χαλινάρι θὰ σφίξης τὰ σαγόνια ὅσων δὲν σὲ πλησιάζουν». 

Εἶναι ἀνάγκη λοιπόν, παιδί μου, να γίνεται ὑπενθύμισι στούς ἀνθρώπους καί μέ φόβους καί μέ ἀπειλές καί μέ παιδαγωγία.

Γὶ αὐτὸ πάλι λέγει: «Ἀγαθὸν μοὶ ὅτι ἐταπείνωσας μοί, ὅπως ἂν μάθω τὰ δικαιώματά σου». Αὐτὰ δὲ ἔχω νὰ πῶ γιὰ κείνους ποὺ θέλουν νὰ προσέλθουν στὴν ἁγία μας πίστι. Διότι ἂν καὶ μὲ δισταγμοὺς πλησιάσουν, μπορεῖ καὶ ὁ χρόνος νὰ τοὺς μαλακώση μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Χριστοῦ. Γιὰ νὰ πῶ δὲ καὶ τὸ ἄλλο σὲ σᾶς, ὅτι 

ἂν δέν βρεθοῦν οἱ ἴδιοι ἄξιοί της πίστεως, ἐπειδή ἔχουν ἤδη συνηθίσει τό κακό, ὅμως οἱ καταγόμενοι ἀπ’ αὐτούς μποροῦν νά σωθοῦν συναναστρεφόμενοι μέ τό ἀγαθό».

Αὐτὰ ὅταν εἶπε ὁ ὅσιος Πορφύριος καὶ ἀφοῦ ἔπεισε τοὺς ἀδελφούς, δέχθηκε ὅλους ὅσους ἤθελαν νὰ βαπτισθοῦν, ἀφοῦ τοὺς κατήχησε ἐπὶ πολλὲς ἡμέρες ὄχι μόνο πρὶν ἀπὸ τὸ βάπτισμα, ἀλλὰ καὶ μετὰ ἂπ αὐτό. Συνέχεια δὲ δίδασκε τὸ λόγο (τοῦ Θεοῦ), μιλώντας χωρὶς κομπορρημοσύνη, διότι δὲν ἤθελε νὰ ἐπιδειχθῆ, ἀλλὰ διδάσκοντας μὲ ἁπλὰ λόγια καὶ διασαφηνίζοντας ὅλα ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφή. Προστέθηκαν, λοιπὸν στὴν ποίμνη τοῦ Χριστοῦ ἐκεῖνο τὸ χρόνο περίπου τριακόσια ὀνόματα, καὶ ἀπὸ τότε κάθε χρόνο αὐξάνονταν οἱ Χριστιανοί.»

(Βίος τοῦ Ἁγίου Πορφυρίου Ἐπισκόπου Γάζης τοῦ θαυματουργοῦ, συγγραφεῖς ὑπὸ τοῦ μαθητοῦ αὐτοῦ Μάρκου τοῦ Διακόνου, ἀπὸ τὸ βιβλίο, Βίος καὶ Ἀκολουθία τοῦ Ἁγίου Πορφυρίου ἐπισκοποῦ Γάζης, ἔκδοσις Ἑπτάλοφος, Ἀθῆναι 1991 104-107)


ΜΙΑ ΑΝΤΙΠΡΟΤΑΣΗ

Γιὰ μία ἀληθινὰ ὀρθόδοξη τοποθέτηση ἔναντι τῶν προκλήσεων τῆς Πανθρησκείας καὶ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ συνιστοῦμε τὴ μελέτη τοῦ βιβλίου: «Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καὶ Οἰκουμενισμὸς» τοῦ μακαριστοῦ Γέροντος καὶ Ὁμολογητοὺ Ἰουστίνου Πόποβιτς, Ἔκδοσις «Ὀρθόδοξος Κυψέλη».

ΤΕΛΟΣ

Καὶ τῷ ἐν Τριάδι Θεῶ δόξα καὶ αἶνος εἰς τοὺς αἰώνας.

Ἐτελείωσα τὸ παρὸν ξημερώνοντας τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρος Εὐτυχοῦς ἐπισκόπου Μελιτινῆς, τοῦ Ὁσίου Πατρὸς ἠμῶν Ἀνδρέου τοῦ διὰ Χριστὸν Σαλοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Νεομάρτυρος Δημητρίου ἢ Μήτρου τοῦ ἐκ Τριπόλεως (28 Μαΐου 2002).

Πανθρησκεία καί  Ὁμολογία
πρωτοπρ. Ιωάννης Φωτόπουλος
Από το βιβλίο: ΘΕΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΚΑΘΟΛΙΚΟΤΗΤΑ Ή 
ΠΑΝΘΡΗΣΚΕΙΑΚΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΤΗΤΑ,
Κριτικὲς τοποθετήσεις στό βιβλίο Παγκοσμιότητα 
καί Ορθοδοξία» Ἀρχιεπ. Αλβανίας κ. Αναστασίου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Share this

Εναλλακτικές αναρτήσεις

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...