του Kevin Allen
Και έσται επ' εσχάτων των ημερών εμφανές το όρος Κυρίου, έτοιμον επί τας κορυφάς των ορέων και μετεωρισθήσεται υπεράνω των βουνών· και σπεύσουσι προς αυτό λαοί και πορεύσονται έθνη πολλά και ερούσι: Δεύτε, αναβώμεν εις το όρος Κυρίου και εις τον οίκον του Θεού Ιακώβ, και δείξουσιν ημίν την οδόν αυτού και πορευσόμεθα εν ταις τρίβοις αυτού (Μιχαίας 4/δ: 1,2).
I. Η ανακάλυψη της Πνευματικής Αλήθειας
Ανατράφηκα από οικογένεια μη θρησκευόμενη. Οι γονείς μου ήσαν αθεϊστές από τότε που ήμουν ακόμα παιδί, και επίσης πολύ δραστήριοι στον φιλελεύθερο-αριστερίζοντα πολιτικό χώρο. Το ενδεχόμενο να γίνω Χριστιανός δεν υπήρχε ούτε σαν σκέψη. Δεν γνώριζα κανένα Χριστιανό, και η Μητέρα μου ήταν μια πρώην Ρωμαιοκαθολική που είχε γυρίσει την πλάτη της στην Εκκλησία και τον Χριστιανισμό.
Οι παιδικές χαρές και οι δρόμοι της πόλης που μεγάλωσα - λίγο έξω από την Νέα Υόρκη - με έμαθαν να παίζω σκληρή μπάλα. Η ζωή ήταν για να την «αποκτήσεις». Η ζωή ήταν για να την «αρπάξεις», αν δεν σου δινόταν. Δεν υπήρχε κανένας σκοπός στη ζωή, έτσι, τα μόνα υπαρκτά πράγματα ήταν το «έχειν», το «αποκτάν», το «αρπάζειν» και το «κρατείν». Όλοι έμοιαζαν να το πρεσβεύουν αυτό, και να ζουν κατ' αυτόν τον τρόπο, έτσι και εγώ ποτέ δεν τον αμφισβήτησα. Το πρόβλημα ήταν πως ο εσωτερικός μου κόσμος ήταν γεμάτος από έντονη ανησυχία, ανασφάλεια, κατάθλιψη και απόγνωση. Είχα ήδη ξεκινήσει να καπνίζω, να πίνω και να κάνω χρήση μαριχουάνας. Στα 15 μου, έκανα χρήση LSD. Μέχρι να κλείσω τα 16, η «δημοφιλής» ψυχαγωγία ήταν η ηρωίνη. Πολλοί από τους φίλους μου έγιναν ηρωινομανείς πριν κλείσουν τα 18 τους.
Στα 16 μου, με συνέλαβαν για κατοχή και πώληση μαριχουάνας. Οι γονείς μου αντιμετώπισαν το περιστατικό αυτό με την στάση της «σκληρής αγάπης»..... πετώντας με έξω από το σπίτι. Ζούσα έκτοτε μέσα σε εγκαταλελειμμένα αυτοκίνητα και σε διαμερίσματα άλλων αλητόπαιδων που ήξερα. Αρκετοί από μας είχαμε λύσει τους δεσμούς μας με την οικογένεια και το σχολείο. Όταν κλήθηκα στο δικαστήριο, οι γονείς μου έλειπαν εκτός χώρας για τις διακοπές τους και ο δικαστής με άφησε ελεύθερο υπό όρους, με δική μου ευθύνη. Έπρεπε να εμφανιστώ στο δικαστήριο μετά από περίπου τέσσερις μήνες. Οι τέσσερις μήνες που ακολούθησαν ήταν εφιάλτης, και ένα ατέρμονο βύθισμα σε μια «μαύρη τρύπα» απόγνωσης.
Εν καιρώ, ξαναβρέθηκα με τους γονείς μου. Όταν επέστρεψα, διαπίστωσα πως τα πράγματα είχαν αλλάξει. Η Μητέρα μου είχε ενταχθεί στους Α.Α. (Ανώνυμους Αλκοολικούς) και είχε βιώσει ένα βαθύτατο πνευματικό «ξύπνημα» που άλλαξε την ζωή της. Διάβαζε τον Alan Watts και τον DT Suzuki και βιβλία όπως την Αιγυπτιακή Βίβλο των Νεκρών. Είχε αλλάξει η όψη της και η στάση της. Ήταν πιο ήρεμη, και πιο απαλή.
Άρχισα να διαβάζω μερικά από τα βιβλία της, αφού τα τελείωνε η ίδια. Αμέσως ένοιωσα να με γοητεύει ο Βουδισμός Ζεν και ο Ινδουισμός, προπαντός η Βεντάντα. Αυτό που με «τραβούσε» στο Ζεν ήταν η εμπειρία «Σατόρι» όπου - αστραπιαία μεν, αλλά κατόπιν πολλής πνευματικής προεργασίας - κατορθώνει κανείς να «βλέπει», να «φωτίζεται», να «γνωρίζει την βαθύτερη ουσία των πραγμάτων».
Όμως τελικά ελκύστηκα από τον Ινδουισμό, επειδή, ενώ προσέφερε παρόμοια εμπειρία «φωτισμού» ("Σαμαντι"), προσέφερε επίσης και μια προσωπική «θεότητα» (ή, για να είμαστε ακριβείς, πολλές θεότητες). Ο Βουδισμός Ζεν ήταν ένα πνευματικό μονοπάτι που θύμιζε κάτι σαν να εργαζόμαστε πάνω στον εαυτό μας μέσα σε ένα εύρυθμο, καθαρό εργαστήριο κλινικής. Ο Ινδουισμός ήταν πιο χαοτικός μεν, αλλά διέθετε ζεστασιά και χρώμα και - κάτι πολύ πιο σημαντικό για μένα - ένα προσωπικό θεό που μπορούσε κανείς να λατρέψει.
Δεν ήμουν σίγουρος για ποιο λόγο αυτό είχε κάποια σημασία, πάντως είχε. Ήθελα να «φωτιστώ», αλλά είχα και την ανάγκη να γνωρίζω και να λατρεύω ένα Θείο Πρόσωπο, και ο Ινδουισμός μου προσέφερε και τα δύο. Τελικά, κατάλαβα πως φτιαχτήκαμε να λατρεύουμε τον Προσωπικό Θεό - τον Ιησού Χριστό - και πως η καρδιά μας δεν θα αναπαυθεί ποτέ, αν δεν το κάνουμε!...
Άρχισα να διαβάζω μερικά από τα βιβλία της, αφού τα τελείωνε η ίδια. Αμέσως ένοιωσα να με γοητεύει ο Βουδισμός Ζεν και ο Ινδουισμός, προπαντός η Βεντάντα. Αυτό που με «τραβούσε» στο Ζεν ήταν η εμπειρία «Σατόρι» όπου - αστραπιαία μεν, αλλά κατόπιν πολλής πνευματικής προεργασίας - κατορθώνει κανείς να «βλέπει», να «φωτίζεται», να «γνωρίζει την βαθύτερη ουσία των πραγμάτων».
Όμως τελικά ελκύστηκα από τον Ινδουισμό, επειδή, ενώ προσέφερε παρόμοια εμπειρία «φωτισμού» ("Σαμαντι"), προσέφερε επίσης και μια προσωπική «θεότητα» (ή, για να είμαστε ακριβείς, πολλές θεότητες). Ο Βουδισμός Ζεν ήταν ένα πνευματικό μονοπάτι που θύμιζε κάτι σαν να εργαζόμαστε πάνω στον εαυτό μας μέσα σε ένα εύρυθμο, καθαρό εργαστήριο κλινικής. Ο Ινδουισμός ήταν πιο χαοτικός μεν, αλλά διέθετε ζεστασιά και χρώμα και - κάτι πολύ πιο σημαντικό για μένα - ένα προσωπικό θεό που μπορούσε κανείς να λατρέψει.
Δεν ήμουν σίγουρος για ποιο λόγο αυτό είχε κάποια σημασία, πάντως είχε. Ήθελα να «φωτιστώ», αλλά είχα και την ανάγκη να γνωρίζω και να λατρεύω ένα Θείο Πρόσωπο, και ο Ινδουισμός μου προσέφερε και τα δύο. Τελικά, κατάλαβα πως φτιαχτήκαμε να λατρεύουμε τον Προσωπικό Θεό - τον Ιησού Χριστό - και πως η καρδιά μας δεν θα αναπαυθεί ποτέ, αν δεν το κάνουμε!...
Βρήκα το «σπίτι» μου, στο Κέντρο Ramakrishna - Vivekananda της Νέας Υόρκης. Η ζωή μου άλλαξε ριζικά. Η ανακάλυψη πως ο «Θεός» υπάρχει, και πως επίσης υπάρχει κάποια «πνευματική πραγματικότητα» πέρα από τον πόνο και την δυστυχία της ζωής (πράγματα τόσο γνώριμα σ' εμένα), ήταν μια ανακάλυψη εντελώς λυτρωτική για μένα. Άφησα πίσω μου όλα όσα ήξερα παλιότερα, και έτρεξα με φόρα προς την καινούργια μου ζωή.